Η ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗ
Ένας από τους πιο μεγάλους αγίους της Εκκλησίας μας είναι ο άγιος Νήφων, πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ο θαυματουργός.
Ο άγιος Νήφων, αφού επατριάρχευσε θεοφιλώς τέσσαρα χρόνια (1311-1315 μ.Χ.) υπέβαλε παραίτηση και έφυγε κρυφά και επήγε στο Άγιο Όρος. Εκεί παρουσιάσθη σαν απλός χωρικός στην Ιερά Μονή του αγίου Διονυσίου και εζήτησε να τον πάρουν δόκιμο.... Προσποιήθηκε μάλιστα, ότι δεν ήξερε τίποτε το εκκλησιαστικό. Έτσι ο ηγούμενος του ανέθεσε το διακόνημα, να οδηγεί και να βόσκει τα μουλάρια της Μονής....
Ο Πατριάρχης Νήφων έγινε λοιπόν βουρδουνάρης. Έβοσκε και οδηγούσε τα μουλάρια. Μα κάποια ήμερα, ενώ γύριζε στο μοναστήρι με τα μουλάρια φορτωμένα προϊόντα, το Άγιο Πνεύμα φανέρωσε στον ηγούμενο την αλήθεια. Του είπε:
Έρχεται ο Πατριάρχης. Τρέξετε να τον υποδεχθείτε, όπως αρμόζει στο αξίωμα του.
Εχτύπησαν πανηγυρικά οι καμπάνες. Και ο ηγούμενος και οι μοναχοί με τον Σταυρό και το άγιο Ευαγγέλιο εβγήκαν να υποδεχθούν τον Πατριάρχη. Και βλέπουν να έρχεται ο βουρδουνάρης με τα μουλάρια.... Μα το Άγιο Πνεύμα τους εφανέρωσε την αλήθεια. Και ο άγιος Νήφων υποχρεώθηκε να το ομολογήσει: ότι ήταν πατριάρχης• και ότι το έκρυψε, για να ζήσει όχι με τιμές, αλλά με ταπείνωση- όχι υπηρετούμενος, αλλά υπηρετώντας.
Πόσο ταπεινός ήταν ο άγιος Πατριάρχης Νήφων. Μα όσο κι αν εκείνος έκρυβε την αρετή του, τόσο ο Θεός τον ετίμησε. Τον έκαμε άγιο και θαυματουργό. Η μνήμη του εορτάζεται την 11 Αυγούστου.
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος είπε: "Ο Θεός θέλει να κρύβωμε τις αρετές μας, τις καλές μας πράξεις και την αξία μας, όπως ο φονιάς κρύβει το έγκλημα, που έκαμε".
Τόσο πρέπει να φοβούμεθα την υπερηφάνεια. Τόσο κακό είναι το φαρισαϊκό φρόνημα, να βλέπουμε τον εαυτό μας σπουδαίο, για τις τάχα καλές μας πράξεις και τις τάχα αρετές μας.
Ο ταπεινός άνθρωπος είναι καταδεκτικός σε όλους. Και δεν περιφρονεί κανένα.
Η πνευματική ζωή μας απειλείται από πολλές αμαρτίες και από πολλά πάθη. Σε κάθε βήμα μας στην ζωή μας. Και είναι τόσο απατηλά, που μας γοητεύουν, όπως το αγκίστρι ή η παγίδα με το δόλωμα γοητεύει το ψάρι, το πουλί, το ποντίκι.
Είπε κάποτε ο άγιος Αντώνιος:
- Είδα τις παγίδες του Διαβόλου. Είναι στημένες παντού. Σε όλη την γη.... Και ερώτησα τον Θεό: "Κύριε, ποιος είναι άξιος να ξεφύγει όλες αυτές τις παγίδες"; Και ο Θεός μου απάντησε: "Εκείνος που έχει ταπεινοφροσύνη".
Η ταπεινοφροσύνη είναι η πιο μεγάλη αρετή, ο θρόνος της αγάπης και της καλοσύνης, η μητέρα όλων των αρετών.
Ο άγιος Αυγουστίνος λέγει: Σε τελική ανάλυση κάθε αμαρτία είναι εγωισμός. Χωρίς εγωισμό δεν θα εκάναμε καμμιά αμαρτία. Και θα εβασίλευε στην γη ειρήνη, ομόνοια και αγάπη.
Υπάρχει φάρμακο, που να μας θεραπεύη την αρρώστια της υπερηφάνειας μας, και να μας βοηθάη να αποκτήσομε την ταπεινοφροσύνη;
Ναι, υπάρχει.
Είναι το παράδειγμα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Ήταν Θεός. Προαιώνιος και υπερένδοξος. Αλλά από αγάπη για μας άφησε τη δόξα Του. Εταπείνωσε τον εαυτό Του. Και έγινε άνθρωπος. Επήρε δούλου μορφή. Εταπείνωσε τον εαυτό Του μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού. Ανέχθηκε για μας τον χειρότερο, τον πιο εξευτελιστικό, τον πιο επονείδιστο θάνατο.
Έτσι και εμείς. Πρέπει να ταπεινώνομε τον εαυτό μας. Και τότε ο Θεός θα μας δεχθή και θα μας υψώσει, θα μας κάμει τέκνα του και κληρονόμους της Βασιλείας Του.
Ένας αρχαίος ασκητής ο αββάς Ξανθίας είπε: Ο ληστής ήταν καταδικασμένος για τις αμαρτωλές του πράξεις σε θάνατο στο σταυρό. Και όμως με ένα "Μνήσθητι μου" εκέρδισε τον παράδεισο. Αντίθετα ο Ιούδας ήταν ένας από τους Δώδεκα Απόστολους. Και όμως ένομισε πως τα ήξερε όλα. Και επρόδωσε τον Χριστό. Και κληρονόμησε την αιώνια κόλαση.
Ας παρακαλέσωμε τον Κύριο, να μας δίνει την ταπείνωση- Και ας μη λησμονούμε ποτέ, ότι ο Θεός τον υπερήφανο άνθρωπο τον αηδιάζει. Και τον αφήνει στην τύχη του.
Η ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗ
Κάποτε ζούσε μια απλή, αλλά πολύ καλή γυναίκα. Αγαπούσε πολύ τον Χριστό. Και Τον παρακαλούσε ταχτικά στην προσευχή της:
Έλα, Χριστέ μου. Έλα να ευλογήσεις το σπίτι μου. Έλα. Θέλω να Σε ιδώ αισθητά. Θα Σε υποδεχθώ με όλη μου την καρδιά. Οπως Σου αξίζει.
Με τις πολλές της προσευχές συγκινήθηκε ο Κύριος και της αποκάλυψε:
- Αύριο θα έλθω στο σπίτι σου.
Γεμάτη χαρά άρχισε πρωΐ-πρωΐ τις προετοιμασίες. Μα εκεί που είχε το σπίτι όλο ανάστατο, για να το καθαρίσει όσο πιο καλά μπορούσε, για να δεχθή τον Χριστό όπως Του αξίζει, χτύπησε η πόρτα της.
Λαχτάρησε η καλή γυναίκα. Ω, και να είναι ο Χριστός τόσο ενωρίς, τώρα που δεν έχει ακόμη συγυρίσει τα πάντα. Άνοιξε την πόρτα. Ήταν ένας γέρος, ξένος και ζητούσε να τον βάλει κάπου να ξεκουρασθή.
- Αδύνατο. του απάντησε. Περιμένω πρόσωπο επίσημο. Και έχω ένα σωρό δουλειές. Πήγαινε....
Και τον έδιωξε.
Σε λίγο ξαναχτύπησε η πόρτα της. Αυτήν την φορά ήταν ένα ορφανό. Το ήξερε. Ήθελε στοργή. Να απασχοληθή μαζί του. Μα αυτή εσκέφθη θυμωμένη: "Ώρα που ευρήκε και αυτό να μου έλθη". Και μόνο που δεν το έδειρε. Γιατί της χάλασε τη διάθεση, που είχε για τις προετοιμασίες που έκανε και όλο τις πολλαπλασίαζε, για να τιμήσει τον Χριστό, όπως Του άξιζε.
Τελικά τα ετοίμασε όλα. Έκατσε και κάρφωσε τα αυτιά της στο κουδούνι της εξώπορτας. Και να, ξαναχτύπησε. Άνοιξε με λαχτάρα. Μα απογοητεύτηκε. Και εταράχθη. Στην πόρτα της ήταν μια γυναίκα μαυροφορεμένη, χήρα, με τέσσερα μικρά παιδιά. Ζητούσε λίγη καλοσύνη για τα παιδιά....
Η καλή μας χριστιανή αισθάνθηκε το αίμα να της ανεβαίνει στο κεφάλι. Να ασχοληθή με πέντε ανθρώπους, την ώρα που περίμενε τον Χριστό; Και αν ερχόταν ξαφνικά, τι θα έκανε; Σε τι θέση θα βρισκόταν; Έσφιξε την καρδιά της και την έδιωξε την χήρα.
- Άλλη ημέρα. Δεν ευκαιρώ σήμερα. δεν μπορώ....
Και η χήρα έφυγε...
Και η καλή μας χριστιανή περιμένει. Περιμένει τον Χριστό. Μα βράδιασε. Και ο Χριστός δεν ήρθε. Περιμένει με αγωνία. Και όσο περνάνε τα λεπτά, τόσο η αγωνία της μεγαλώνει. Μα ήλθαν τα μεσάνυχτα. Γύρισε η ήμερα. Και απογοητευμένη, στέναξε:
- Χριστέ μου, γιατί δεν ήλθες, όπως μου είπες; Εγώ Σε περίμενα.
Τότε ακούστηκε η φωνή του Χριστού.
- Ήλθα τρεις φορές. Και με έδιωξες. "Ο,τι εποιήσατε ενί των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε" (Ματθ. 25,45). Γιατί τα ξέχασες τα λόγια μου αυτά;
Τι φοβερά λόγια. Τι υπεύθυνο πράγμα που είναι η αντιμετώπιση των ελαχίστων αδελφών μας, αφού ο Χριστός μας λέγει πως είναι κρυμμένος στο πρόσωπο τους.
Έχομε κάμει σκοπό και πρόγραμμα στην ζωή μας• να δημιουργήσωμε μερικές καταθέσεις σε τράπεζα• για να έχουμε ασφάλεια για την ζωή μας• ή να κάμωμε μια ασφάλεια σε μια καλή ασφαλιστική εταιρεία. Ξεχνάμε, ότι όλα αυτά μπορεί και να ρημάξουν. Και να πέσουν έξω.
Η μόνη τράπεζα που δεν θα πέσει ποτέ έξω, είναι η τράπεζα του Θεού. Ο,τι καταθέτομε σ' αυτήν, δεν κινδυνεύει να χαθή από τον πληθωρισμό. Αντίθετα δίνει τόκο 1000 τοις εκατό. Όποιος δαπανά για τον Χριστό, μας λέγει ο ίδιος στο Ευαγγέλιο, "εκατονταπλασίονα" θα Λάβει.
Ακόμη ο Χριστός μας είπε, ότι πρέπει να γίνωμε οικτίρμονες, δηλαδή εύσπλαχνοι, όσο είναι και ο Ουράνιος Πατέρας μας. Πόσο εύσπλαχνος είναι ο Θεός Πατέρας, μας το δείχνουν οι παραβολές του Ασώτου και του Καλού Σαμαρείτη, που πρέπει να τις μάθωμε απ' έξω -όσο πιο καλά μπορούμε..... Εκεί θα ιδούμε ότι δεν αρκεί να έχωμε έργα εξωτερικά. Πρέπει να βγαίνουν από καρδιά γεμάτη καλοσύνη, "Ιλαρόν δότην αγαπά ο Θεός" (Β' Κορ. 9,7).
Την ελεημοσύνη στην καλλίτερη της μορφή την ενσάρκωσε ο άγιος Ιωάννης, πατριάρχης Αλεξανδρείας (609-620 μ.Χ.), που γι' αυτό ονομάστηκε "ο ελεήμων" ( 12 Νοεμβρίου). Η ζωή του ήταν ένα σύνολο από πράξεις αγάπης και ευσπλαχνίας.
Ο άγιος Ιωάννης ήταν στην κοσμική του ζωή πολύ πλούσιος. Από τότε όλο εσκόρπιζε. Και ο Θεός του πολλαπλασίαζε τα αγαθά του.
Έχοντας καταλάβει καλά, ότι η ελεημοσύνη δεν πρέπει να γίνεται για να επαινεθούμε από τους ανθρώπους, ("προς το θεαθήναι", όπως λέγει ο Χριστός), ο άγιος Ιωάννης έκανε όλες του τις καλές πράξεις κρυφά. Αλλά όπως τα λουλούδια, όταν δεν φαίνονται τα προδίνει η ευωδία τους που γεμίζει τον αέρα, έτσι και η ευωδία των πράξεων του αγίου Ιωάννη, δεν μπορούσε να μείνει για πάντα κρυφή. Έτσι βλέποντας τον σαν αληθινό μιμητή του Χριστού, όταν πέθανε ο τότε πατριάρχης Θεόδωρος (607-609 μ.Χ.), τον εξέλεξαν διάδοχο του. Ο άγιος απέφευγε το υψηλό αξίωμα. Μα τότε στην αξίωση του κλήρου και του λαού προστέθηκε και η πίεση του αυτοκράτορα Ηρακλείου (610-641 μ.Χ.). Έτσι ο Ιωάννης αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Και έγινε πατριάρχης.
Μετά την ενθρόνιση του εκάλεσε τους κληρικούς και τους είπε:
- Θέλω να με πληροφορήσετε πόσοι είναι οι Κύριοι μου. Τα ονόματα τους και όλα τα στοιχεία τους.
Τα έχασαν οι ιερείς. Τι εννοεί ο Πατριάρχης;
Εννοώ εκείνους, που τους λέμε "φτωχούς". Αυτοί είναι οι Κύριοι μας. Εγώ έτσι τους βλέπω. Και αφού του τα επήγαν, και τι δεν έκαμε να τους ανακουφίσει. Αδιαφορούσε εντελώς για τον εαυτό του. Και στην σκέψη ότι αυτός τα έχει όλα άφθονα, ενώ μπορεί μερικοί να μην έχουν ούτε λίγο ψωμί, αιμάτωνε η καρδιά του. "Μπορεί ποτέ, σκεφτόταν, να αισθάνεται άνετα ο πατέρας, όταν στερούνται και υποφέρουν τα παιδιά του;".
Ο άγιος Ιωάννης αυτά δεν τα έλεγε μόνο. Τα είχε κάμει τρόπο ζωής. Εζούσε πολύ λιτά και φτωχικά.
Κάποτε ένας άρχοντας είδε σε τι φτωχικό κρεβάτι κοιμάται ο μεγάλος πατριάρχης. Και του εδώρησε ένα κλινοσκέπασμα πολυτελείας. Ο άγιος Ιωάννης το επήρε. Αλλά δεν του έκανε καρδιά να το χρησιμοποιήσει για τον εαυτό του. Έτσι, το επούλησε. Και το αντίτιμο το διένειμε στους φτωχούς. Μα τότε ο κόσμος ήταν μικρός -και τα είδη πολυτελείας, λίγα και χειροποίητα, ξεχώριζαν. Την άλλη ήμερα ο άρχοντας γνώρισε το δώρο του στο παζάρι, έμαθε την αλήθεια, το ξαναγόρασε και το ξαναπρόσφερε στον πατριάρχη. Και εκείνος το ξαναπούλησε. Και ο παράξενος αυτός "περίπατος" του κλινοσκεπάσματος έγινε μερικές φορές ακόμη.
Όταν του το επήγε για τελευταία φορά, ο πατριάρχης ερώτησε:
- Για να ιδούμε, ποιος θα κουρασθεί, εγώ να το πουλάω ή συ να το αγοράζεις και να μου το ξαναφέρνεις.
- Να το κρατήσετε για τον εαυτό σας, άγιε πάτερ, θα κρυώσετε. Θα αρρωστήσετε. Θα πεθάνετε. Και η ζημία θα είναι πιο μεγάλη για τους φτωχούς.
Ευχαριστώ. Άλλα κάτω από ένα τόσο ακριβό κλινοσκέπασμα δεν θα μπορούσα να κλείσω μάτι. Μπορεί να αισθάνεται άνετα ένας πατέρας να καλοπερνά ο ίδιος, όταν τα παιδιά του υποφέρουν;
Έτσι σκεφτόταν. Έτσι μιλούσε. Και έτσι ενεργούσε ο ελεήμων Ιωάννης.
Κάποια φορά ένας φτωχός που σώθηκε από κινδύνους χάρις στην έγκαιρη παρέμβαση του Ιωάννη, για να του δείξει την ευγνωμοσύνη του, έσκυψε και του φίλησε το πόδι, ονομάζοντας τον "σωτήρα" του.
Μα ο άγιος ακούοντας τα λόγια του ταράχθηκε. Και του είπε:
- Σώπα. Ούτε σταυρώθηκα για σένα. Ούτε το αίμα μου έχυσα. Ένας είναι ο Σωτήρας μας: ο Χριστός.... Εγώ απλώς ακολουθώ τις εντολές Του....
Ένας λόγος παρηγοριάς και καλοσύνης, και ένα δάκρυ αγάπης και συμπόνιας, είναι στα μάτια του Θεού τόσο πολύτιμα, που όλα τα διαμάντια της γης και τα μαργαριτάρια της θάλασσας μαζί, δεν τα ισοφαρίζουν.
Εμείς τι κάνουμε; Το έχουμε καταλάβει, ότι η ζωή γίνεται χαρούμενη και ευτυχισμένη μόνο με την χριστιανική αγάπη;
Από έκδοση της Ιεράς Μητροπόλεως Νικοπόλεως και Πρεβέζης