Μεγάλου Βασιλείου, Προς τους νέους, πώς να ωφελούνται από τα ελληνικά γράμματα (β΄ μέρος)

ΟμηροςΗ ΠΕΤΡΑ ΣΤΟ ΑΛΦΑΔΙ

Αρκετὰ σάς εξήγησα το ότι αυτὰ τα κοσμικὰ μαθήματα δεν είναι ανώφελα για την ψυχή. Ας έλθουμε τώρα να δούμε και το πώς πρέπει να τα αφομοιώνετε. Ας αρχίσουμε απὸ τα πολύμορφα έργα των ποιητών. Δεν πρέπει να δίνετε σημασία σε όλα, χωρὶς εξαίρεση, τα διδάγματά τους. Όταν σάς εξιστορούν κατορθώματα ή σάς εκθέτουν λόγια καλών ανθρώπων, να τα δέχεστε με αγάπη, να κοιτάτε να τους μιμηθήτε, να τους μοιάσετε, όσο μπορείτε. Όταν όμως φέρνουν στη μέση κακοὺς ανθρώπους, πρέπει να αποφεύγετε τις τέτοιες εικόνες, φράζοντας τ᾿ αυτιά σας όμως ο Οδυσσέας, που, καθὼς διηγείται ο Όμηρος, ήθελε ν᾿ αποφύγει τη μελωδία των Σειρήνων. Γιατί; Διότι άμα συνηθίσει κανεὶς στα αμαρτωλὰ λόγια, περνά και στα αμαρτωλὰ έργα. Γι᾿ αυτό, λοιπόν, πρέπει με κάθε τρόπο να προφυλάσσουμε την ψυχή μας. Γιατί υπάρχει κίνδυνος, μαζὶ με τη γλύκα των λόγων να πάρουμε μέσα μας και κάτι θανάσιμο, χωρὶς να το καταλάβουμε. Είναι μέλι, που έχει και δηλητήριο. Δεν θα επαινέσουμε, έτσι, τους ποιητές, όταν παριστάνουν ανθρώπους που ασεβούν, που εμπαίζουν, που παραδίνονται στην ακολασία, που παρασύρονται απὸ το πιοτό, ούτε όταν περιορίζουν την ευτυχία σε πλούσια τραπέζια και σε άσεμνα τραγούδια. Και δεν θα δώσουμε καμιὰ σημασία, όταν κάνουν λόγο για θεοὺς και μάς λένε ότι οι θεοὶ αυτοὶ είναι πολλοὶ κι αλληλομισούνται. Γιατί, καθὼς ξέρετε, οι ψεύτικοι θεοὶ της ειδωλολατρίας πολεμάνε ο αδελφὸς τον αδελφὸ κι ο πατέρας τα παιδιά του κι εκείνα τους γονείς τους, με υπουλότητα. Θ᾿ αφήσουμε στους ανθρώπους του θεάτρου τις μοιχείες των θεών, τους έρωτές τους, τις ασύστολες σαρκικές τους σχέσεις και προ παντὸς του μεγαλύτερου απ᾿ όλους θεού Δία, όπως λέγουν αυτοί. Είναι πράγματα όλα αυτά, που και για τα ζώα αν τα έλεγε κανεὶς θα κοκκίνιζε. Τα ίδια έχω να πώ και για τους πεζογράφους και μάλιστα όταν γράφουν για να διασκεδάσουν.

Επίσης δεν θα μιμηθούμε τους ρήτορες των δικαστηρίων, που η τέχνη τους είναι το ψέμα. Γιατί το ψέμα δεν είναι ωφέλιμο ούτε στα δικαστήρια ούτε πουθενὰ αλλού, μιὰ και προτιμήσαμε, σαν χριστιανοί, τον σωστὸ κι αληθινὸ δρόμο της ζωής και το Ευαγγέλιο μάς προστάζει να μη καταφεύγουμε στα δικαστήρια. Απ᾿ όσα μάς διδάσκουν οι παρὰ πάνω, θα διαλέγουμε και θα παίρνουμε μονάχα ό, τι είναι έπαινος της αρετής και κατάκριση της κακίας. Για τον άνθρωπο και τ᾿ άλλα ζώα, τα λουλούδια είναι καλὰ μονάχα για το άρωμα τους και το χρώμα τους. Για τις μέλισσες όμως, υπάρχει σ᾿ αυτὰ και κάτι άλλο: το μέλι. Έτσι κι εδώ. Όσοι στα συγγράμματα των αρχαίων Ελλήνων δεν αναζητούν μονάχα τη γλύκα και τη χάρη του λόγου, μπορούν ν᾿ αποκομίσουν και κάποια ωφέλεια για την ψυχή. Πρέπει, λοιπόν, αυτὰ τα συγγράμματα να τα σπουδάζουμε ακολουθώντας το παράδειγμα των μελισσών. Οι μέλισσες δεν πετάνε σε όλα τα λουλούδια με τον ίδιο τρόπο. Κι όπου καθίσουν, δεν κοιτάνε να τα πάρουν όλα. Παίρνουν μονάχα όσο χρειάζεται στη δουλειά τους και το υπόλοιπο το παρατούν και φεύγουν. Έτσι κι εμείς, αν είμαστε φρόνιμοι. Θα πάρουμε απ᾿ αυτὰ τα κείμενα ό, τι συγγενεύει με την αλήθεια και μάς χρειάζεται και τα υπόλοιπα θα τα αφήσουμε πίσω μας. Κι όπως, κόβοντας το τριαντάφυλλο, αποφεύγουμε τ᾿ αγκάθια της τριανταφυλλιάς, έτσι κι απὸ τα κείμενα αυτὰ θα πάρουμε ό, τι είναι χρήσιμο και θα φυλάξουμε τον εαυτό μας απ᾿ ό, τι είναι επιζήμιο. Απὸ την πρώτη, λοιπόν, στιγμὴ πρέπει να εξετάζουμε τα διδάγματα χωριστὰ και να τα προσαρμόσουμε στον σκοπό μας, φέρνοντας, κατὰ τη δωρικὴ παροιμία τη σχετικὴ με τους κτίστες, την πέτρα στο αλφάδι.

Ο ΗΡΑΚΛΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ ΔΡΟΜΟΙ
Στην άλλη ζωή, θα φθάσουμε με την αρετή. Την αρετή, που εξύμνησαν κι οι ποιητὲς κι οι πεζογράφοι, άλλα πιο πολὺ οι φιλόσοφοι. Έτσι, μεγαλύτερη προσοχὴ πρέπει να δώσουμε στα συγγράμματα αυτών των τελευταίων. Δεν είναι μικρὸ το κέρδος, όταν οι ψυχὲς των νέων συνηθίσουν και κάνουν δική τους την αρετή. Όσα ο άνθρωπος αφομοιώνει στην τρυφερὴ ηλικία του, μένουν ασάλευτα. Γιατὶ η ψυχὴ είναι ακόμα απλὴ τότε και ό, τι δέχεται, εντυπώνεται πολὺ βαθιὰ μέσα της. Τι άλλο τάχα σκέφθηκε ο Ησίοδος απὸ το να προτρέψει τους νέους στην αρετή, όταν φιλοτεχνούσε τους στίχους του, που όλοι τους τραγουδούν; Σκέφθηκε ότι ο δρόμος της αρετής είναι στην αρχὴ κακοτράχαλος και δυσκολοδιάβατος κι ανηφορικός. Ότι τον κάνει κανεὶς με πολὺ ιδρώτα και πολὺ κόπο. Ότι, γι᾿ αυτὸν τον λόγο, δεν μπορεί ο καθένας να βάλει το πόδι του σ᾿ αυτὸν τον δρόμο, με την αποτομιὰ που δείχνει, κι ούτε, αν τον περπατήσει, θα φθάσει εύκολα στην κορφή. Ότι σαν φθάσει όμως εκεί πάνω, βλέπει πως στην πραγματικότητα ήταν ένας δρόμος ίσιος, όμορφος, εύκολος, καλοδιάβατος και πιο ευχάριστος απὸ τον άλλο, που οδηγεί στην κακία και που ο ίδιος ποιητης είπε ότι μονομιάς μπορεί κανεὶς να τον διαβεί, γιατί βρίσκεται κοντά μας. Εγὼ το πιστεύω: Ο Ησίοδος ιστόρησε όλα αυτὰ για να μάς παροτρύνει στην αρετή, να σπρώξει τον καθένα στο καλό, να μάς κάνει να μην το βάλουμε κάτω μπροστὰ στους κόπους και να μη σταματήσουμε πρὶν απὸ το τέλος του δρόμου. Κι όποιος άλλος με τέτοιο τρόπο τραγούδησε την αρετή, ας γίνει ο λόγος του καλόδεχτος απὸ μάς, μιὰ κι οδηγεί στον ίδιο σκοπό.

Άκουσα κάποτε να μιλά σχετικὰ μ᾿ αυτὸ το θέμα ένας άνθρωπος, που είχε τη δύναμη να εμβαθύνει στο νόημα των ποιητών. Έλεγε, λοιπόν, ότι όλη η ποίηση του Ομήρου δεν είναι άλλο παρὰ ένας ύμνος της αρετής. Όλα, στὸν Όμηρο, εκτὸς απὸ ό,τι είναι περιθωριακό, αποβλέπουν σ᾿ αυτό. Έτσι, λόγου χάρη, συμβαίνει με όσα γράφει για τον Οδυσσέα, που σώθηκε γυμνὸς απὸ το ναυάγιο και, στην αρχή, με μόνη την εμφάνισή του, προκάλεσε τον σεβασμὸ της βασιλοκόρης Ναυσικάς. Η γύμνια του δεν ήταν ντροπή, γιατί αντὶ για ρούχα ήταν ντυμένος με την αρετή. Κι ύστερα προκάλεσε αγαθὴ εντύπωση και στους άλλους Φαίακες, σε σημείο που να παρατήσουν την τρυφηλὴ ζωή τους και να προσπαθούν, θαυμάζοντας τον, να τον μιμηθούν. Και στο στόμα κάθε Φαίακος, τότε, άλλη ευχὴ δεν υπήρχε παρὰ να γίνει δεύτερος Οδυσσεας, έστω και θαλασσοδαρμένος. Γιατί -έλεγε ο ερμηνευτής εκείνος του ποιητικού νοήματος- με αυτὰ ο Όμηρος διδάσκει ξάστερα τα εξής: Ανθρωποι γυμνασθήτε στην αρετή, που κολυμπά μαζί σας στο ναυάγιο, κι όταν πατήσετε στη στεριὰ γυμνοί, θα σάς παραστήσει πιο τιμημένους απὸ τους αμέριμνους Φαίακες. Και, πραγματικά, αυτὸ είναι. Όλα τα άλλα, που τυχὸν έχουμε, ανήκουν εξ ίσου στους ιδιοκτήτες τους και σε οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο. Πέφτουν πότε εδώ και πότε εκεί, όπως τα ζάρια. Η μόνη αναφαίρετη ιδιοκτησία είναι η αρετή. Την έχει δική του ο καθένας κι όσο ζει κι όταν φύγει απ᾿ αυτὸν εδώ τον κόσμο. Γι᾿ αυτὸ κι ο Σόλων, θαρρώ, είπε στους πλουσίους το:
Δεν θ᾿ ανταλλάξουμε μαζί τους τον πλούτο
με την αρετή. Πάντα εκείνη μένει,
ενώ το χρήμα συχνὰ απ᾿ τον ένα στον άλλο περνά.

Παρόμοια είναι κι όσα λέγει ο Θέογνις. Ο κάθε θεὸς γέρνει προς τους ανθρώπους τον ζυγὸ με διαφορετικὸ πάντα τρόπο, ώστε:
άλλοτε να πλουτούν κι άλλοτε να μην έχουν τίποτε.
Αλλὰ κι ο σοφιστής Πρόδικος, ο Κείος, εκφράζεται παρόμοια κάπου στα συγγράμματά του, φιλοσοφώντας γύρω απὸ την αρετή και την κακία. Ας δώσουμε, λοιπόν, και σ᾿ αυτὸν προσοχή, γιατί είναι αξιόλογος άνθρωπος. Διηγείται τα εξής, απὸ όσο θυμάμαι, γιατί δεν έχω αποστηθισμένο τον λόγο του, που είναι πεζὸς κι όχι σε στίχους. Όταν ο Ηρακλής ήταν ακόμα πολὺ νέος, σχεδὸν της ηλικίας σας, σκεφτόταν ποιὸν δρόμο να πάρει, τον κοπιαστικὸ της αρετής ή τον πολὺ εύκολο. Τον σίμωσαν, λοιπόν, δυὸ γυναίκες, η Αρετή κι η Κακία. Η διαφορά τους φάνηκε ευθύς, με την εξωτερική τους εμφάνιση, πρὶν ακόμα αρθρώσουν λέξη. Η μιὰ ήταν στολισμένη φανταχτερὰ απὸ την κομμωτικὴ τέχνη, σαν καλλονή, αλλὰ με πλαδαρὲς σάρκες εξ αιτίας της τρυφηλής ζωής, κι απὸ πίσω της έρχονταν όλα τα πάθη της ηδονής. Τα έδειχνε όλα αυτὰ και τα συνόδευε με πολλὲς υποσχέσεις, προσπαθώντας να τραβήξει πρὸς το μέρος της τον Ηρακλή. Η άλλη ήταν ισχνή, ατημέλητη, με σοβαρὸ βλέμμα κι έλεγε πράγματα εντελώς διαφορετικά. Δεν υποσχόταν τίποτε το αναπαυτικὸ και το ευχάριστο. Υποσχόταν μονάχα χίλιους δυὸ κόπους κι ιδρώτα και κινδύνους παντού, σε στεριὲς και θάλασσες. Και το βραβείο, για όλα αυτά, θα ήταν να γίνει ο Ηρακλής θεὸς - έλεγε ο Πρόδικος. Κι όπως ξέρετε, ο Ηρακλής, στο τέλος αυτήν ακολούθησε.


Εκτύπωση   Email