Τεύχος 96  28 Σεπτεμβρίου 2012

Εάν επιθυμείτε να λαμβάνετε κάθε εβδομάδα την ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ, είτε μόνον εσείς, είτε και κάποια δικά σας πρόσωπα, κάνετε Εγγραφή στο Newsletter μέσα απ’ το δικτυακό μας τόπο.

 

Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2012 – Β΄ ΛΟΥΚΑ
Ο Ἀπόστολος
Προς Κορινθίους Β΄ επιστολή Παύλου (στ΄ 16 – ζ΄ 1)

     

Ἀδελφοί, ὑμεῖς ἐστε ναὸς Θεοῦ ζῶντος, καθὼς εἶπεν ὁ Θεὸς ὅτι ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω, καὶ ἔσομαι αὐτῶν Θεός, καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι λαός.
Διὸ ἐξέλθατε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς, καὶ ἔσομαι ὑμῖν εἰς πατέρα, καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι εἰς υἱοὺς καὶ θυγατέρας, λέγει Κύριος Παντοκράτωρ.
Ταῦτας οὖν ἔχοντες τὰς ἐπαγγελίας, ἀγαπητοί, καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ
.

   

Ἀπόδοση στη νεοελληνική:

  

Ἀδελφοί, σεῖς εἶσθε ναὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, καθὼς εἶπεν ὁ Θεός: Θὰ κατοικήσω μέσα τους καὶ θὰ περπατήσω μεταξύ τους καὶ θὰ εἶμαι ὁ Θεός τους καὶ αὐτοὶ θὰ εἶναι ὁ λαός μου.
Διὰ τοῦτο, φύγετε ἀπὸ ανάμεσά τους καὶ χωρισθῆτε, λέγει ὁ Κύριος, μὴ ἐγγίζετε ἀκάθαρτον καὶ ἐγὼ θὰ σᾶς δεχθῶ, καὶ θὰ εἶμαι Πατέρας σας καὶ σεῖς θὰ εἶσθε υἱοί μου καὶ θυγατέρες, λέγει ὁ Κύριος ὁ Παντοκράτωρ.
Ἐπειδὴ λοιπὸν ἔχομεν αὐτὰς τὰς ὑποσχέσεις, ἀγαπητοί, ἂς καθαρίσωμεν τοὺς ἑαυτούς μας ἀπὸ κάθε μολυσμὸν σαρκὸς καὶ πνεύματος, τελειοποιούμενοι εἰς τὴν ἁγιωσύνην μὲ φόβον Θεοῦ.

  

Το Ευαγγέλιο
Κατά Λουκάν (στ΄ 31–36)

 

Εἶπεν ὁ Κύριος· «Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως. Καὶ εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τοὺς ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσι. Καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τὸ αὐτὸ ποιοῦσι. Καὶ ἐὰν δανείζητε παρ᾿ ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; Καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα. Πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται ὁ μισθὸς ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτὸς χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς. Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί.»

  

Απόδοση στη νεοελληνική:

  

Εἶπεν ὁ Κύριος: «Νὰ φέρεσθε πρὸς τοὺς ἄλλους ὄπως θὰ ἠθέλατε νὰ φερθοῦς σ’ ἐσᾶς. Ἐὰν ἀγαπᾶτε μόνον ἐκείνους ποὺ σᾶς ἀγαποῦν, ποιὰν χάριν ἔχετε; Καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀγαποῦν ἐκείνους ποὺ τοὺς ἀγαποῦν. Καὶ ἐὰν κάνετε καλὸ εἰς ἐκείνους μόνον ποὺ σᾶς κάνουν καλό, ποιὰν χάριν ἔχετε; Καὶ οἱ ἀμαρτωλοὶ τὸ ἴδιο κάνουν. Καὶ ἐὰν δανείζετε μόνον εἰς ἐκείνους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἐλπίζετε νὰ τὰ πάρετε, ποιὰν χάριν ἔχετε; Καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ δανείζουν εἰς τοὺς ἁμαρτωλούς, διὰ νὰ πάρουν πίσω τὶ ἴσον ποσόν. Ἀλλὰ ἐσεῖς νὰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς σας καὶ νὰ κάνετε καλὸ καὶ νὰ δανείζετε ὅπου δὲν ἐλπίζετε εἰς ἐπιστροφὴν καὶ ἡ ἀνταμοιβή σας θὰ εἶναι μεγάλη καὶ θὰ εἶσθε υἱοὺ τοῦ Ὑψίστου, διότι αὐτὸς εἶναι καλὸς εἰς τοὺς ἀχάριστους καὶ κακούς. Νὰ εἶσθε λοιπὸν φιλεύσπλαγχνοι καθὼς καὶ ὁ Πατέρας σας εἶναι φιλεύσπλαγχνος».  

  


   

Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2012 – Διονυσίου Αρεοπαγίτου
Ο Ἀπόστολος
Πράξεις Αποστόλων (ιζ΄ 16 – 34)

     

Ἀδελφοί, ἐν ταῖς Ἀθήναις ἐκδεχομένου τοῦ Παύλου, παρωξύνετο τὸ πνεῦμα αὐτοῦ ἐν αὐτῷ θεωροῦντι κατείδωλον οὖσαν τὴν πόλιν.
Διελέγετο μὲν οὖν ἐν τῇ συναγωγῇ τοῖς Ἰουδαίοις καὶ τοῖς σεβομένοις καὶ ἐν τῇ ἀγορᾷ κατὰ πᾶσαν ἡμέραν πρὸς τοὺς παρατυγχάνοντας. Τινὲς δὲ τῶν Ἐπικουρείων καὶ τῶν Στοϊκῶν φιλοσόφων συνέβαλλον αὐτῷ, καί τινες ἔλεγον· τί ἂν θέλοι ὁ σπερμολόγος οὗτος λέγειν; Οἱ δέ· ξένων δαιμονίων δοκεῖ καταγγελεὺς εἶναι· ὅτι τὸν Ἰησοῦν καὶ τὴν ἀνάστασιν εὐηγγελίζετο αὐτοῖς.
Ἐπιλαβόμενοί τε αὐτοῦ ἐπὶ τὸν Ἄρειον πάγον ἤγαγον λέγοντες· δυνάμεθα γνῶναι τίς ἡ καινὴ αὕτη ἡ ὑπὸ σοῦ λαλουμένη διδαχή; Ξενίζοντα γάρ τινα εἰσφέρεις εἰς τὰς ἀκοὰς ἡμῶν· βουλόμεθα οὖν γνῶναι τί ἂν θέλοι ταῦτα εἶναι. Ἀθηναῖοι δὲ πάντες καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες ξένοι εἰς οὐδὲν ἕτερον εὐκαίρουν ἢ λέγειν τι καὶ ἀκούειν καινότερον.
Σταθεὶς δὲ ὁ Παῦλος ἐν μέσῳ τοῦ Ἀρείου πάγου ἔφη· ἄνδρες Ἀθηναῖοι, κατὰ πάντα ὡς δεισιδαιμονεστέρους ὑμᾶς θεωρῶ. Διερχόμενος γὰρ καὶ ἀναθεωρῶν τὰ σεβάσματα ὑμῶν εὗρον καὶ βωμὸν ἐν ᾧ ἐπεγέγραπτο, ἀγνώστῳ Θεῷ. Ὅν οὖν ἀγνοοῦντες εὐσεβεῖτε, τοῦτον ἐγὼ καταγγέλλω ὑμῖν. Ὁ Θεὸς ὁ ποιήσας τὸν κόσμον καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτῷ, οὗτος οὐρανοῦ καὶ γῆς Κύριος ὑπάρχων οὐκ ἐν χειροποιήτοις ναοῖς κατοικεῖ, οὐδὲ ὑπὸ χειρῶν ἀνθρώπων θεραπεύεται προσδεόμενός τινος, αὐτὸς διδοὺς πᾶσι ζωὴν καὶ πνοὴν κατὰ πάντα· ἐποίησέ τε ἐξ ἑνὸς αἵματος πᾶν ἔθνος ἀνθρώπων κατοικεῖν ἐπὶ πᾶν τὸ πρόσωπον τῆς γῆς, ὁρίσας προστεταγμένους καιροὺς καὶ τὰς ὁροθεσίας τῆς κατοικίας αὐτῶν, ζητεῖν τὸν Κύριον, εἰ ἄρα γε ψηλαφήσειαν αὐτὸν καὶ εὕροιεν, καί γε οὐ μακρὰν ἀπὸ ἑνὸς ἑκάστου ἡμῶν ὑπάρχοντα.
Ἐν αὐτῷ γὰρ ζῶμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμέν, ὡς καί τινες τῶν καθ᾿ ὑμᾶς ποιητῶν εἰρήκασι· τοῦ γὰρ καὶ γένος ἐσμέν. Γένος οὖν ὑπάρχοντες τοῦ Θεοῦ οὐκ ὀφείλομεν νομίζειν χρυσῷ ἢ ἀργύρῳ ἢ λίθῳ, χαράγματι τέχνης καὶ ἐνθυμήσεως ἀνθρώπου, τὸ θεῖον εἶναι ὅμοιον.
Τοὺς μὲν οὖν χρόνους τῆς ἀγνοίας ὑπεριδὼν ὁ Θεὸς τανῦν παραγγέλλει τοῖς ἀνθρώποις πᾶσι πανταχοῦ μετανοεῖν, διότι ἔστησεν ἡμέραν ἐν ᾗ μέλλει κρίνειν τὴν οἰκουμένην ἐν δικαιοσύνῃ, ἐν ἀνδρὶ ᾧ ὥρισε, πίστιν παρασχὼν πᾶσιν ἀναστήσας αὐτὸν ἐκ νεκρῶν.
Ἀκούσαντες δὲ ἀνάστασιν νεκρῶν οἱ μὲν ἐχλεύαζον, οἱ δὲ εἶπον· ἀκουσόμεθά σου πάλιν περὶ τούτου. Καὶ οὕτως ὁ Παῦλος ἐξῆλθεν ἐκ μέσου αὐτῶν.
Τινὲς δὲ ἄνδρες κολληθέντες αὐτῷ ἐπίστευσαν, ἐν οἷς καὶ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης καὶ γυνὴ ὀνόματι Δάμαρις καὶ ἕτεροι σὺν αὐτοῖς.

   

Ἀπόδοση στη νεοελληνική:

  

Ἀδελφοί, ἐνῷ ὁ Παῦλος ἐπερίμενε εἰς τὰς Ἀθήνας, τὸ πνεῦμά του ἐξεγείρετο, ἐπειδὴ ἔβλεπε τὴν πόλιν νὰ εἶναι γεμάτη ἀπὸ εἴδωλα.
Συζητοῦσε λοιπὸν εἰς τὴν συναγωγὴν μὲ τοὺς Ἰουδαίους καὶ τοὺς θεοσεβεῖς καί, καθημερινῶς εἰς τὴν ἀγοράν, μὲ ἐκείνους ποὺ τυχὸν εὑρίσκοντο ἐκεῖ.
Μερικοὶ ἀπὸ τοὺς Ἐπικουρείους καὶ τοὺς Στωϊκοὺς φιλοσόφους ἦλθαν εἰς ἐπαφὴν μαζί του καὶ μερικοὶ ἔλεγαν, «Τί ἆραγε θέλει νὰ πῇ αὐτὸς ὁ φλύαρος;». Ἄλλοι ἔλεγαν, «Φαίνεται νὰ εἶναι κῆρυξ ξένων θεῶν». Διότι ἐκήρυττε εἰς αὐτοὺς τὸ χαρμόσυνον ἄγγελμα τοῦ Ἰησοῦ καὶ τῆς ἀναστάσεως.
Τὸν ἐπῆραν λοιπὸν καὶ τὸν ἔφεραν εἰς τὸν Ἄρειον Πάγον καὶ τοῦ εἶπαν, «Μποροῦμε νὰ μάθωμε ποιά εἶναι ἡ καινούργια αὐτὴ διδασκαλία διὰ τὴν ὁποῖαν μιλᾶς; Κάτι περίεργα πράγματα φέρεις εἰς τὴν ἀκοήν μας καὶ θέλομε νὰ μάθωμε τί ἆραγε εἶναι αὐτά». Ὅλοι οἱ ξένοι ποὺ ἔμεναν ἐκεῖ, δὲν εἶχαν διαθέσιμον χρόνον διὰ τίποτε ἄλλο παρὰ διὰ νὰ λέγουν καὶ νὰ ἀκούουν κάτι νεώτερον.
Τότε ὁ Παῦλος ἐστάθηκε εἰς τὸ μέσον τοῦ Ἀρείου Πάγου καὶ εἶπε, «Ἄνδρες Ἀθηναῖοι, βλέπω ὅτι εἶσθε ἀπὸ πάσης ἀπόψεως πολὺ θρῆσκοι. Διότι, καθὼς περνοῦσα καὶ ἐκύτταζα τὰ ἱερά σας, εὑρῆκα καὶ ἕνα βωμόν, εἰς τὸν ὁποῖον ὑπῆρχε ἐπιγραφὴ, «Εἰς τὸν ἄγνωστον Θεόν». Αὐτὸν λοιπὸν ποὺ λατρεύετε, χωρὶς νὰ τὸν ξέρετε, αὐτὸς ἐγὼ σᾶς κηρύττω. Ὁ Θεὸς ποὺ ἐδημιούργησε τὸν κόσμον καὶ ὅλα ὅσα εἶναι εἰς τὸν κόσμον, καὶ ὁ ὁποῖος εἶναι Κύριος οὐρανοῦ καὶ γῆς, δὲν κατοικεῖ σὲ ναοὺς κατασκευασμένους ἀπὸ χέρια ἀνθρώπων, οὔτε ἐξυπηρετεῖται ἀπὸ χέρια ἀνθρώπων σὰν νὰ εἶχε ἀνάγκην ἀπὸ κάτι, αὐτὸς ποὺ δίνει εἰς ὅλους ζωὴν καὶ πνοὴν καὶ γενικῶς ὅλα. Ἐδημιούργησε ὁλόκληρον τὸ ἀνθρώπινον γένος ἀπὸ ἕνα αἷμα διὰ νὰ κατοικῇ εἰς ὅλην τὴν γῆν, ἀφοῦ ὥρισε ὡρισμένας ἀποχὰς καὶ τὰ ὁρόσημα τῆς κατοικίας των, διὰ νὰ ζητοῦν τὸν Κύριον μήπως τὸν ψηλαφήσουν καὶ τὸν βροῦν, ἂν καὶ δὲν εἶναι μακρυὰ ἀπὸ καθένα ἀπὸ μᾶς.
Διότι μέσα σ’ αὐτὸν ζοῦμε καὶ κινούμεθα καὶ ὑπάρχομεν, καθὼς καὶ μερικοὶ ἐκ τῶν ποιητῶν σας ἔχουν πῆ, «Εἴμεθα καὶ γένος του». Ἀφοῦ λοιπὸν εἴμεθα γένος τοῦ Θεοῦ, δὲν πρέπει νὰ νομίζωμεν ὅτι ἡ θεότης μοιάζει μὲ χρυσὸν ἢ ἄργυρον ἤ λίθον, σκαλιστὸν ἔργον τέχνης καὶ ἀνθρώπινης συλλήψεως.
Τοὺς χρόνους ἐκείνους τῆς ἀγνοίας παρέβλεψε ὁ Θεὸς καὶ τώρα παραγγέλει εἰς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους παντοῦ νὰ μετανοήσουν, διότι ὥρισε ἡμέραν, κατὰ τὴν ὁποίαν μέλλει νὰ κρίνῃ τὴν οἰκουμένην μὲ δικαιοσύνην δι’ ἀνδρός, τὸν ὁποῖον ὥρισε. Περὶ τούτου ἔδωκε εἰς ὅλους βεβαίωσιν ἀναστήσας αὐτὸν ἐκ νεκρῶν».
Ὅταν ἄκουσαν ἀνάστασιν νεκρῶν, μερικοὶ εἰρωνεύοντο, ἄλλοι εἶπαν, «Θὰ σὲ ἀκούσωμεν καὶ πάλιν διὰ τὸ ζήτημα αὐτό». Καὶ ἔτσι ὁ Παῦλος ἔφυγε ἀπὸ ἀνάμεσά τους.
Μερικοὶ μάλιστα προσεκολλήθησαν σ’ αὐτὸν καὶ ἐπίστεψαν, μεταξὺ αὐτῶν καὶ ὁ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης καὶ κάποια γυναῖκα ὀνομαζομένη Δάμαρις καὶ ἄλλοι ἐπίσης.

  

Το Ευαγγέλιο
Κατά Λουκάν (στ΄ 46 – ζ΄ 1)

 

Εἶπεν ὁ Κύριος· τί με καλεῖτε Κύριε Κύριε, καὶ οὐ ποιεῖτε ἃ λέγω; Πᾶς ὁ ἐρχόμενος πρός με καὶ ἀκούων μου τῶν λόγων καὶ ποιῶν αὐτούς, ὑποδείξω ὑμῖν τίνι ἐστὶν ὅμοιος· ὅμοιός ἐστιν ἀνθρώπῳ οἰκοδομοῦντι οἰκίαν, ὃς καὶ ἔσκαψε καὶ ἐβάθυνε καὶ ἔθηκε θεμέλιον ἐπὶ τὴν πέτραν· πλημμύρας δὲ γενομένης προσέρρηξεν ὁ ποταμὸς τῇ οἰκίᾳ ἐκείνῃ, καὶ οὐκ ἴσχυσε σαλεῦσαι αὐτήν· τεθεμελίωτο γὰρ ἐπὶ τὴν πέτραν.
Ὁ δὲ ἀκούσας καὶ μὴ ποιήσας ὅμοιός ἐστιν ἀνθρώπῳ οἰκοδομήσαντι οἰκίαν ἐπὶ τὴν γῆν χωρὶς θεμελίου· ᾗ προσέρρηξεν ὁ ποταμός, καὶ εὐθὺς ἔπεσε, καὶ ἐγένετο τὸ ρῆγμα τῆς οἰκίας ἐκείνης μέγα.
Ἔπει δὲ ἐπλήρωσε πάντα τὰ ρήματα αὐτοῦ εἰς τὰς ἀκοὰς τοῦ λαοῦ, εἰσῆλθεν εἰς Καπερναούμ.

  

Απόδοση στη νεοελληνική:

  

Εἶπεν ὁ Κύριος: «Γιατὶ μὲ φωνάζετε «Κύριε, Κύριε» καὶ δὲν κάνετε ἐκεῖνα ποὺ σᾶς λέγω; Καθένας ποὺ ἔρχεται σ’ ἐμὲ καὶ ἀκούει τοὺς λόγους μου καὶ τοὺς ἐκτελεῖ, θὰ σᾶς δείξω μὲ ποιὸν εἶναι ὅμοιος. Μοιάζει μὲ ἄνθρωπον ποὺ ὅταν ἔχτιζε τὸ σπίτι του, ἔσκαψε βαθειὰ καὶ ἔβαλε θεμέλια ἐπάνω στὴν πέτρα. Ὅταν δὲ ἔγινε πλημμύρα, ἔπεσε ὁ ποταμὸς ἐπάνω στὸ σπίτι ἐκεῖνο ἀλλὰ δὲν μπόρεσε νὰ τὸ σαλεύσῃ, διότι ἦταν θεμελιωμένο ἐπάνω στὴν πέτρα.
Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ ἄκουσε τοὺς λόγους μου ἀλλὰ δὲν τοὺς ἐξετέλεσε, μοιάζει μὲ ἄνθρωπον ποὺ ἔχτισε σπίτι ἐπάνω στὸ χῶμα χωρὶς θεμέλια· ἔπεσε ὁ ποταμὸς ἐπάνω του καὶ ἀμέσως κατέρρευσε καὶ ἡ καταστροφὴ τοῦ σπιτιοῦ ἐκείνου ἦτο μεγάλη».
Ὅταν δε τελείωσε ἀπευθύνων ὅλα τὰ λόγια του εἰς τὸν λαὸν, ἐμπῆκε εἰς τὴν Καπερναούμ.  

      


 

ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ
Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου


Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ιερομάρτυς, επίσκοπος Αρμενίας

    

Ἔζησε καὶ μαρτύρησε ἐπὶ αὐτοκρατορίας Διοκλητιανοῦ.
Ἦταν γιὸς τοῦ Ἀνάκ, ὁ ὁποῖος ἦταν συγγενὴς τοῦ βασιλιὰ τῆς Ἀρμενίας Κουσαρῶ. Ὁ πατέρας τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς ὑπεύθυνους γιὰ τὴ δολοφονία τοῦ βασιλιὰ τῆς Ἀρμενίας. Οἱ Ἀρμένιοι γιὰ νὰ ἐκδικηθοῦν σκότωσαν τὸν Ἀνὰκ καὶ τὴν οἰκογένειά του, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Γρηγόριο καὶ ἕναν ἀδελφό του. Μετὰ ἀπὸ χρόνια ὁ γιὸς τοῦ Κουσαρῶ, ὁ Τηριδάτης, συνέλαβε τὸν Γρηγόριο ἐπειδὴ ἦταν χριστιανὸς καὶ τὸν βασάνισε σκληρά. Ὅταν δὲ ἔμαθε ὅτι πρόκειται γιὰ τὸ γιὸ τοῦ Ἀνάκ, ὁ ὁποῖος εὐθυνόταν γιὰ τὴ δολοφονία τοῦ πατέρα του, διέταξε νὰ τὸν ρίξουν σὲ λάκκο μὲ φίδια καὶ ἄλλα ἑρπετά. Ὁ Γρηγόριος ὄχι μόνο δὲν ἔπαθε τίποτα ἀλλὰ ἐπέζησε γιὰ 15 χρόνια τρεφόμενος μὲ τὸ ψωμὶ ποὺ τοῦ πήγαινε κρυφὰ μιὰ χήρα.
Κάποια στιγμὴ ὁ Τηριδάτης παραφρόνησε. Ἡ ἀδελφή τοῦ βασιλιὰ ἄκουσε μία μέρα φωνή, ἡ ὁποία τῆς ἔλεγε πὼς ἂν ἤθελε νὰ θεραπευτεῖ ὁ ἀδελφός της θὰ ἔπρεπε νὰ ἐλευθερώσουν τὸν Γρηγόριο. Πράγματι ὅταν βγῆκε ἀπὸ τὸν λάκκο ὁ Ἅγιος θεράπευσε τὸν βασιλιά.
Ἐξεδήμησε εἰς Κύριον ἐν εἰρήνῃ
.
 
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx 
 

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τῇ γεωργίᾳ, ἐνεούργησας, βροτῶν καρδίας, κατασπείρας τὴν τοῦ Λόγου ἐπίγνωσιν, καὶ λαμπρυνθεὶς μαρτυρίου τοῖς στίγμασιν, ἱεραρχίᾳ Γρηγόριε ἔφανας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
 
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Τὸν εὐκλεῆ καὶ Ἱεράρχην ἅπαντες, ὡς Ἀθλητὴν τῆς ἀληθείας σήμερον, οἱ πιστοὶ θείοις ἐν ᾄσμασι, καὶ ὑμνῳδίαις εὐφημήσωμεν, Γρηγόριον ποιμένα, καὶ διδάσκαλον, τὸν ἔκλαμπρον φωστῆρα καὶ παγκόσμιον· Χριστῷ γὰρ πρεσβεύει, ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
 
Μεγαλυνάριον.
Γρήγορος τοῖς τρόποις ἀναδειχθείς, πρὸς θεογνωσίας, διεγείρεις τὸν φωτισμόν, τοὺς τῇ δυσσεβείᾳ, ὑπνώττοντας ἀθλίως, Γρηγόριε τρισμάκαρ, ἀξιοθαύμαστε.        

   


 

Δευτέρα 1 Οκτωβρίου

 

Ὁ Ἅγιος Ἀνανίας ὁ Ἀπόστολος

 

Ὑπακούετε «ἐκ καρδίας εἰς ὂν παρεδόθητε τύπον διδαχῆς». Κάνετε ὑπακοὴ μὲ ὅλη τὴν καρδιά σας στὸν ἀκριβὴ κανόνα τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας.
Τέτοιος ἄνθρωπος ὑπακοῆς στὸν Θεὸ ἦταν καὶ ὁ ἀπόστολος Ἀνανίας. Διότι, ὅταν ὁ Θεὸς τοῦ εἶπε μὲ ὅραμα νὰ συναντήσει τὸ Σαῦλο, ποὺ ἦταν ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος τῶν χριστιανῶν, ἔκανε ὑπακοὴ στὰ λόγια τοῦ Κυρίου. Ἀμέσως πῆγε στὴν Εὐθεῖα ὁδὸ καὶ ἀναζήτησε τὸ σπίτι τοῦ Ἰούδα, ὅπου ἦταν ὁ Σαῦλος. Τὸν θεράπευσε, τὸν βάπτισε χριστιανό, καὶ ἔπειτα αὐτός, μὲ τὸ ὄνομα Παῦλος, ἔγινε ὁ μέγας Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν.
Κατόπιν ὁ Ἀνανίας πῆγε στὴν Ἐλευθερούπολη, ὅπου μὲ τὴ διδασκαλία του εἵλκυσε στὸν Χριστὸ πολυάριθμες ψυχές. Ὁ θόρυβος ὅμως ποὺ δημιούργησε ἡ ἀποστολική του δράση, ἔκανε τὸν ἡγεμόνα Λουκιανὸ νὰ τὸν συλλάβει. Χρησιμοποίησε πολλοὺς καὶ ποικίλους τρόπους προκειμένου νὰ ἀλλαξοπιστήσει ὁ Ἀνανίας. Ἀλλὰ ὁ Ἀνανίας ἔμεινε ἀμετακίνητος στὰ χριστιανικά του φρονήματα.
Τότε ὁ Λουκιανὸς τὸν μαστίγωσε μὲ νεῦρα βοδιῶν. Ἔπειτα, μὲ σιδερένια νύχια τοῦ ξέσχισε τὰ πλευρὰ καὶ ἔκαψε τὶς πληγές του μὲ ἀναμμένες λαμπάδες. Τέλος, ἀφοῦ τὸν ἔβγαλε ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, τὸν λιθοβόλησε.
Ἔτσι, ὁ Ἀνανίας πῆρε τὸ ἁμαράντινο στεφάνι τῆς ὑπακοῆς στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

 
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx
 
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ἔμπλεως χάριτος, τοῦ Τρισηλίου φωτός, τὸ σκεῦος ἐφώτισας, τῆς ἐκλογῆς τοῦ Χριστοῦ, Ἀνανία Ἀπόστολε· ὅθεν ἀνακηρύξας, εὐσέβειας τὸν λόγον, ἄθλοις ἐβεβαιώσω, τὴν σωτήριον χάριν· δι’ ἧς τοῖς σὲ εὐφημοῦσι, δίδου τὰ πρόσφορα.
 
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Ὁ ἐν πρεσβείαις, θερμότατος ἀντιλήπτωρ, καὶ τοῖς αἰτοῦσι, ταχύτατα ἐπακούων, δέξαι τὴν δέησιν Ἀνανία ἡμῶν, καὶ τὸν Χριστὸν δυσώπει, τοῦ ἐλεῆσαι ἡμᾶς, τὸν μόνον ἐν Ἁγίοις δοξαζόμενον.
 
Μεγαλυνάριον.
Δι’ ἀποκαλύψεως θεϊκῆς, τῷ Σαύλῳ βραβεύεις, τὸν οὐράνιον φωτισμόν· ὅθεν Ἀνανία, ὡς Μάρτυρά σε θεῖον, Ἀπόστολόν τε ἅμα, Χριστὸς ἐδόξασε.    

    

Ὁ Ὅσιος Ρωμανὸς ὁ Μελῳδὸς

    

Οἱ πληροφορίες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου Ῥωμανοῦ δυστυχῶς εἶναι λίγες.
Ἔζησε, κατὰ μία ἐκδοχὴ τὸν 8ο αἰῶνα ἐπὶ τοῦ βασιλέως Ἀναστασίου τοῦ Β’. Ἀρχικὰ εἶχε χρηματίσει διάκονος στὴν ἐκκλησία τῆς Βηρυτοῦ. Κατόπιν μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἔμεινε στὰ κελιὰ τοῦ Ναοῦ τῆς Θεοτόκου. Ὁ Ῥωμανὸς εἶχε μέτρια παιδεία καὶ τὸ ποιητικὸ ταλέντο του ἦταν ἀκόμα ἄγνωστο. Διεκατείχετο ὅμως ἀπὸ μία βαθιὰ πίστη στὴν σεπτὴ μνήμη τῆς Παναγίας τῆς Παρθένου καὶ τακτικὰ παρακολουθοῦσε στὸν Ναὸ τῆς Παναγίας τῶν Βλαχερνῶν τὶς κατανυκτικὲς ὁλονυκτίες.
Σὲ μία τέτοια, στὴν γιορτὴ τῶν Χριστουγέννων ποὺ παραβρέθηκε, ἡ ψυχὴ του γέμισε μὲ κατάνυξη καὶ ὅταν γύρισε στὸ κελί του εἶδε ὄνειρο τὴν Παναγία νὰ τοῦ προσφέρει ἕνα βιβλίο καὶ νὰ τοῦ λέει νὰ τὸ καταφάει. Ὁ Ῥωμανὸς ἀπὸ τὴν ἐπίδραση τοῦ ὀνείρου συνέθεσε γιὰ τὴν γέννηση τοῦ Χριστοῦ τὸ τροπάριο «Ἡ Παρθένος σήμερον τὸν ὑπερούσιον τίκτει».
Ἀπὸ τὴν στιγμὴ αὐτὴ ἡ ποιητικὴ ἐπιφοίτηση τοῦ Ὁσίου Ῥωμανοῦ ἔμεινε ἄσβεστη καὶ ἀναδείχτηκε ὁ ἐξωχότερος καὶ μεγαλύτερος μελῳδὸς τῆς Ἐκκλησίας μας.
  
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx 

  

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς σάλπιγξ θεόληπτος, τῶν οὐρανίων ᾠδῶν, ἐνθέως ἐφαίδρυνας, τὴν Ἐκκλησίαν Χριστοῦ, τοῖς θείοις σου ᾄσμασι· σὺ γὰρ τῆς Θεοτόκου, ἐμπνευσθεὶς τῇ ἐλλάμψει, ἔνθεος ὑμνηπόλος, ἐγνωρίσθης ἐν κόσμῳ· διό σε πόθῳ τιμῶμεν, Ῥωμανὲ Ὅσιε.
  
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὤσπερ κιθάραν τῆς σοφίας παναρμόνιον
Καὶ ὑποφήτην θεοπνεύστων ἀναβάσεων
Εὐφημοῦμεν Ῥωμανέ σε ᾀσμάτων ὕμνοις.
Ἀλλ’ ὡς φόρμιγξ δωρεῶν τῶν ὑπὲρ ἔννοιαν
Πρὸς ἐγρήγορσιν ἡμᾶς θείαν διέγειρον
Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ Θεόληπτε.
  
Μεγαλυνάριον.
Ἄνωθεν τὸ δῶρον ἀπειληφῶς, ἐκ τῆς Θεοτόκου, παμμακάριστε Ῥωμανέ, ὕμνησας πανσόφως, τὰ θεῖα μεγαλεῖα, κενώσεως τοῦ Λόγου, ὡς ἔμπνουν ὄργανον.    
    

Μνήμη Ἁγίας Σκέπης τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν Βλαχερνῷ

 

Διαβάζουμε: «Τῇ αὕτῃ ἡμέρᾳ τὴν ἀνάμνησιν ποιούμεθα τῆς Ἁγίας Σκέπης τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας ἤτοι τοῦ ἱεροῦ αὐτῆς Μαφορίου, τοῦ ἐν τῷ σορῷ τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῶν Βλαχερνῶν, ὄτε ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας ὁ διὰ Χριστὸν σαλὸς κατεῖδεν ἐφηπλωμένην αὐτὴν ἄνωθεν καὶ πάντας τοὺς εὐσεβεῖς περισκέπουσαν».
Λόγω τῶν πολλῶν θαυμάτων ἀπὸ τὴν Παναγία, ποὺ ἀνέφεραν οἱ Ἕλληνες στρατιῶτες στὸν Ἑλληνοϊταλικὸ πόλεμο τὸ 1940, ἡ Ἱερὰ Συνοδὸς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μὲ ἀπόφασή της τὸ 1952, καθιέρωσε νὰ ἑορτάζεται ἡ Ἅγια Σκέπη τῆς Θεοτόκου ἀντὶ γιὰ τὴν 1η Ὀκτωβρίου, στὶς 28 Ὀκτωβρίου.
Ἡ ἑορτὴ τῆς Ἅγιας Σκέπης τῆς Θεοτόκου ἡ ὁποία τελοῦνταν ἀπὸ παλαιότατων χρόνων τὴν 1η Ὀκτωβρίου, ἦταν ἀνάμνηση τοῦ θαύματος τὸ ὁποῖο εἶδε ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας. Κατὰ τὴ διάρκεια μιᾶς ἀγρυπνίας στὸ παρεκκλήσι τῆς «Ἅγιας Σοροῦ» τοῦ ναοῦ τῶν Βλαχερνῶν στὴν Κωνσταντινούπολη, ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας εἶδε τὴν Θεοτόκο νὰ προχωράει ἀπὸ τὶς βασιλικὲς πύλες πρὸς τὸ θυσιαστήριο ἀνάμεσα σὲ λευκοφορους ἅγιους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ξεχώριζαν ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Ὅταν ἔφθασε στὸ θυσιαστήριο γονάτισε καὶ προσευχόταν γιὰ πολλὴ ὥρα, κλαίγοντας καὶ παρακάλωντας τὸν Υἱό της γιὰ τὴν σωτήρια του κόσμου. Ὅταν ὁλοκλήρωσε τὴν δέησή της, ἔβγαλε ἀπὸ τὸ κεφάλι της τὸ ἀστραφτερὸ μαφόριο, ποὺ φοροῦσε καὶ μὲ μία κινήση τὸ ἅπλωσε σὰν σκεπὴ ἐπάνω ἀπὸ τὸ ἐκκλησίασμα. Ἔτσι ἁπλωμένο τὸ ἔβλεπε γιὰ ἀρκετὴ ὥρα ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας μαζὶ μὲ τὸν Ἐπιφανιο, ποὺ τὸν συνόδευε. Ὅσο φαινόταν ἐκεῖ ἡ Θεοτόκος, φαινόταν καὶ ἡ ἱερὴ ἐσθήτα νὰ σκορπίζει τὴ Χάρη της. Ὅταν ἐκείνη ἄρχισε νὰ ἀνεβαίνει πρὸς τὸν οὐρανό, ἄρχισε καὶ ἡ Θεία Σκέπη νὰ συστέλλεται καὶ σιγὰ – σιγὰ νὰ χάνεται. Τὸ ἱερὸ αὐτὸ μαφόριο ποὺ φυλασσόταν ἐκεῖ συμβόλιζε τὴν Χάρη καὶ τὴν προστασία ποὺ παρέχει ἡ Παναγία στοὺς πιστοὺς
.

 
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx
 
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῆς Σκέπης σου Παρθένε ἀνυμνοῦμεν τὰς χάριτας, ἣν ὡς φωτοφόρον νεφέλην ἐφαπλοῖς ὑπὲρ ἔννοιαν, καὶ σκέπεις τὸν λαόν σου νοερῶς, ἐκ πάσης τῶν ἐχθρῶν ἐπιβουλῆς· σὲ γὰρ σκέπην καὶ προστάτιν καὶ βοηθόν, κεκτήμεθα βοῶντές σοι· δόξα τοῖς μεγαλείοις σου Ἁγνή, δόξα τῇ θείᾳ σκέπῃ σου, δόξα τῇ πρὸς ἡμᾶς σου προμηθείᾳ Ἄχραντε.
 
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὥσπερ νεφέλη ἀγλαὼς ἐπισκιάζουσα
Τῆς Ἐκκλησίας τὰ πληρώματα Πανάχραντε,
Ἐν τῇ πόλει πάλαι ὤφθης τῇ βασιλίδι.
Ἀλλ’ ὡς σκέπη τοῦ λαοῦ σου καὶ ὑπέρμαχος
Περισκέπασον ἡμᾶς ἐκ πάσης θλίψεως
Τοὺς κραυγάζοντας, χαῖρε Σκέπη ὁλόφωτε.
 
Μεγαλυνάριον.
Σκέπης σου τρυγῶντες τὰς δωρεάς, καὶ τὰς καθ’ ἑκάστην, Θεονύμφευτε παροχάς, ὑμνοῦμεν Παρθένε, τὴν σὴν μεγαλωσύνην, τὴν πρὸς ἡμᾶς σου πρόνοιαν, μεγαλύνοντες.    

  

Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Γοργοϋπηκόου

 

«Γοργοϋπηκόου την θαυμαστήν και σεπτήν εικόναν προσκυνήσωμεν αδελφοί θαύματα τελούσα και βρύουσαν ιάσεις και ταύτην μετά πόθου κατασπασώμεθα.»

   

Ένα από τα πολλά ονόματα που προσδίδουμε στην Παναγία μας είναι Γοργοϋπήκοος και η ομώνυμη θαυματουργή εικόνα της βρίσκεται στην Ιερά Μονή Δοχειαρίου Αγίου Όρους από το 1646. Εκεί, όπως αναφέρεται στο ιστορικό της Μονής, “λάμπει ως πολύφωτος σελήνη, σαν άριστος κυβερνήτης και σοφός οικονόμος το διακυβερνά”, φυλάσσοντας από κάθε προσβολή και επήρρεια τους ασκομένους σε αυτό οσίους πατέρες, αλλά και όσους προστρέχουν σ’ εκείνη με πίστη, ζητώντας την βοήθεια της. Και γενικά διαφυλάττει και γοργώς και προθύμως υπακούει και ελεεί όλους, όσοι την ευλαβούμαστε και την επικαλούμαστε με πίστη.
Όπως αναφέρει στο Συναξάρι ο όσιος Νικόδημος, στη Μονή του Δοχειαρίου, στο δεξί μέρος της Τραπέζης του Μοναστηρίου, βρισκόταν μια παλαιά εικόνα της Παναγίας. Οι πατέρες της Μονής αναφέρουν ότι είχε αγιογραφηθεί από την εποχή του κτήτορος της Μονής Νεοφύτου, τον 11ο αιώνα. Το έτος 1646, που ήταν ένα έτος πολύ δύσκολο για την Ιερά Μονή, διότι δεν είχε τα απαραίτητα χρήματα για να πληρώσει τους καθορισμένους φόρους στους Τούρκους κατακτητές, ο τραπεζάριος του Μοναστηριού, περνούσε μπροστά από αυτήν την εικόνα συνεχώς, ακόμα και τη νύχτα βαστάζοντας στα χέρια του αναμμένα δαδιά. Μια βραδυά, καθώς περνούσε και πάλι μπροστά από την εικόνα της Θεοτόκου, ακούει φωνή να βγαίνει από την εικόνα και να του λέει: “Μην περνάς από εκεί και μαυρίζεις τον τόπο με καπνό”. Ό μοναχός νομίζοντας ότι κάποιος άνθρωπος φώναξε, καταφρόνησε τη φωνή και δεν έδωσε σημασία. Μετά από λίγες ημέρες, κι ενώ εκείνος συνέχιζε να περνάει μπροστά από την εικόνα με αναμμένα τα δαδιά, ακούει και πάλι τη φωνή να του λέει: ”Ώ Μοναχέ αμόναχε, έως πότε θα συνεχίσεις να καπνίζεις τη μορφή μου και να με μαυρίζεις ατιμώντας με;”. Και συγχρόνως με τη φωνή έχασε ο ταλαίπωρος το φως του κι έμεινε τυφλός.
“Ετσι καταλαβαίνοντας το σφάλμα του, ότι δηλαδή καταφρόνησε την πρώτη φωνή και δεν υπάκουσε, κατασκεύασε ένα στασίδι μπροστά στην εικόνα της Παναγίας και την παρακαλούσε συνεχώς να του συγχωρέσει αυτό το εξ’ απροσεξίας αμάρτημα και να του χαρίσει το φως του, ώστε βλέποντας την Αγία Εικόνα της να την δοξάζει και να την ευχαριστεί πάντοτε. Και η Παναγία μας, εισάκουσε την προσευχή του και του είπε: “Ιδού, από σήμερα σου χαρίζω το φως και πρόσεξε στο εξής να μην περάσεις με αναμμένα δαδιά, γιατί εγώ είμαι η Κυρία της Μονής αυτής και γοργά υπακούω σ’ εκείνους που με επικαλούνται και τους χαρίζω τα προς σωτηρία αιτήματά τους, διότι καλούμαι Γοργοϋπήκοος”.
Από τότε η Αγία αυτή εικόνα ονομάζεται Γοργοϋπήκοος, γιατί πραγματικά με τα θαυμαστά έργα της συνεχώς αποδεικνύει ότι γρήγορα υπακούει σ’ εκείνους που προστρέχουν σ’ αυτήν με ευλάβεια και πίστη. Και πραγματικά η χάρη της ενεργεί πάμπολλα θαύματα όχι μόνο στο Άγιο Όρος, αλλά και έξω από αυτό, σε πόλεις και χωριά, σε ολόκληρη την Ελλάδα, αλλά και σε άλλα μέρη, όπου την ευλαβούνται και την επικαλούνται. Η Παναγία η Γοργοϋπήκοος είναι πολύ θαυματουργή, ιατρεύει διάφορες ασθένειες, χαρίζει παιδιά σε άτεκνα ζευγάρια, φανερώνει απολεσθέντα αντικείμενα, προστατεύει όσους κινδυνεύουν στη θάλασσα, λυτρώνει όσους αιχμαλωτίζονται, θεραπεύει από τον πονοκέφαλο και την κόπωση, ανορθεί τους παραλύτους, χαρίζει το φως στους τυφλούς, θεραπεύει από θανατηφόρες ασθένειες, διώκει τις ακρίδες από τα χωράφια και άλλα πολλά θαυμαστά που βρίσκονται γραμμένα στη Μονή Δοχειαρίου, ως θαυματουργές επεμβάσεις της Παναγίας της Γοργοϋπηκόου.
Όταν λοιπόν θεραπεύθηκε από την τύφλωση του ο τραπεζάρης Μοναχός, ονόματι Νείλος, οι πατέρες της Μονής έφτιαξαν στο χώρο αυτό ένα παρεκκλήσι προς τιμήν της Παναγίας της Γοργοϋπηκόου, αφού η ίδια η Παναγία χαρακτήρισε τον εαυτό της με το επίθετο αυτό. Εκεί τελείται δύο φορές την εβδομάδα η θεία Λειτουργία, εκεί γίνονται οι κουρές των μοναχών και καθημερινά, πρωί και βράδυ, ψάλλονται παρακλήσεις μπροστά στην ιερή εικόνα.
Η πρώτη αγιογραφηθείσα εικόνα της Παναγίας στη Μονή Δοχειαρίου, που έγινε το 1563, την αναφέρει ως Βρεφοκρατούσα, Φοβερά Προστασία και Γοργοεπήκοο. Πρέπει να επισημάνουμε λοιπόν, ότι η Παναγία όταν μίλησε στο μοναχό δεν χρησιμοποίησε για τον εαυτό της κανένα από τα ονόματα που ήταν γραμμένα στην τοιχογραφία, δηλαδή Γοργοεπήκοος, Βρεφοκοατούσα , Φοβερά Προστασία, αλλά κράτησε για τον εαυτό της το όνομα Γοργοϋπήκοος, δηλώνοντας με τον τρόπο αυτό ότι υπακούει γρήγορα στις δεήσεις των πιστών και κατ’ επέκταση ότι η υπακοή παίζει το σημαντικότερο ρόλο στη σωτηρία των ανθρώπων.
Μετά το θαύμα στο μοναχό Νείλο, στον οποίο χάρισε πάλι το φως του, η Παναγία μας θέλησε να δείξει μια άλλη ιδιότητά της, ένα άλλο χάρισμα για τη σωτηρία και την πνευματική προκοπή των ανθρώπων κι έδωσε στον εαυτό της το όνομα Γοργοϋπήκοος, τονίζοντας το έργο της διακονίας. Όπως και ο Υιός της, έτσι κι εκείνη διακονεί με άπειρους τρόπους τη σωτηρία μας. Κι όπως με την υπακοή της τότε στα λόγια του Αρχαγγέλου Γαβριήλ συνέβαλε στη σωτηρία μας, έτσι και τώρα, ως υπακούουσα στα αιτήματά μας, επαναλαμβάνει με ταπείνωση: “ιδού η δούλη Κυρίου”. Έτσι βοηθάει και σώζει γρήγορα όσους με πίστη καταφεύγουν σε αυτή και την επικαλούνται και την τιμούν ως Γοργοϋπήκο. Έκτοτε πολλές εικόνες, εκκλησίες, αλλά και μονές τιμούν την Παναγία την Γοργοϋπήκοο, όπως άλλωστε κι εμείς που αποφασίσαμε με ευλάβεια να αφιερώσουμε το εσωτερικό παρεκκλήσιο του Μοναστηριού μας στο άγιο όνομά της. Γιατί πραγματικά αισθανόμαστε πόσο μεγάλη ανάγκη έχουμε από τις πρεσβείες, τις μεσιτείες και την μητρική προστασία Της στους δύσκολους καιρούς που ζούμε. Η Μητέρα του Κυρίου μας μεριμνά γοργά για τη σωτηρία όλων μας και αναδίδει χάρη σε όλους όσους την επικαλούνται με πίστη, ελπίδα και αγάπη. Ας την επικαλούμαστε πάντοτε, ας ψάλλουμε την παράκληση της και ας την πανηγυρίζουμε την ημέρα της εορτής της, την 1η Οκτωβρίου.

 
Πηγή: Πνευματικά Θησαυρίσματα (http://dosambr.wordpress.com)
    


 

Τρίτη 2 Οκτωβρίου

 

  Οἱ Ἅγιοι Κυπριανὸς καὶ Ἰουστίνη

 

Τον 3ον αιώνα μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκρατορίας Δεκίου, στην Αντιόχεια της Συρίας ζούσε ένας Καρχηδόνιος στην καταγωγή, πλούσιος, ευγενής, μορφωμένος και πολύ ικανός στη μαγεία, ο Κυπριανός. Διέθετε τέτοια ικανότητα, ώστε καλούσε τους δαίμονες και τους έστελνε να εξυπηρετήσουν όποια εντολή τους έδινε σε βάρος των θυμάτων του.
Στην ίδια πόλη κατοικούσε μία ευσεβής παρθένος, πιστή χριστιανή, η Ιούστα. Τούτη την κόρη ένας νεαρός πλούσιος ειδωλολάτρης με άσωτη ζωή, ο Αγλαΐδας, θέλησε να την εμπλέξει στα δίχτυα του. Επειδή όμως όλες του οι προσπάθειες δεν έφεραν αποτέλεσμα, έτρεξε στη μαγική δύναμη του Κυπριανού. Πραγματικά, ο Κυπριανός άρχισε να στέλνει διάφορους δαίμονες, για να ξελογιάσει την Ιούστα και να την υποδουλώσει στα αμαρτωλά σχέδια του Αγλαίδα. Οι δαίμονες γύριζαν άπρακτοι στον Κυπριανό χωρίς να καταφέρνουν καν να πλησιάσουν στην κόρη, διότι, όπως έλεγαν, με το σημείο του Σταυρού τους έκαιγε και δεν μπορούσαν να σταθούν κοντά της. Όμοια άπρακτος γύρισε και ο άρχοντας των δαιμόνων, τον οποίο χρησιμοποίησε στο τέλος ο Κυπριανός ως έσχατο όπλο του.
Η πραγματική αυτή ήττα των δαιμονικών δυνάμεων άνοιξε τα μάτια της ψυχής του Κυπριανού. Κατανόησε την πλάνη του και την ακαταμάχητη δύναμη του Ιησού Χριστού. Έτσι, αληθινά μετανοημένος προσπίπτει στον επίσκοπο Αντιοχείας Άνθιμο, καίει μπροστά του όλα τα μαγικά βιβλία και ζητάει να γίνει χριστιανός.
Μετά την βάπτισή του ο Κυπριανός, ως πρόβατο της ποίμνης του Κυρίου, ἀφοσιώθηκε στὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου, προσελκύοντας στὴ χριστιανικὴ πίστη πολλοὺς ἀνθρώπους. Κατόπιν ἔγινε ἱερέας καὶ ἀργότερα ἐπίσκοπος Καρχηδόνας, τὴν δε Ἰούστα, τὴν χειροτόνησε διακόνισσα καὶ τὴν μετονόμασε σὲ Ἰουστίνη.
Γιὰ τὴν χριστιανική τους δράση οἱ δυὸ Ἅγιοι συνελήφθησαν καὶ ἐξορίσθηκαν στὴ Νικομήδεια όπου, το έτος 304, ο ἐκεῖ ἡγεμόνας Κλαύδιος, αφού τους ὑπέβαλε σὲ πολλὰ βασανιστήρια, στὸ τέλος διέταξε τὸν ἀποκεφαλισμό τους.
Η μνήμη του αγίου ιερομάρτυρος Κυπριανού και της αγίας παρθενομάρτυρος Ιουστίνης εορτάζεται στις 2 Οκτωβρίου.

 
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx και http://ierosnaosagandreou.blogspot.com/  

  

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τῇ φωταυγείᾳ, σκότος ἔλιπες, τῆς ἀσεβείας, καὶ φωστὴρ τῆς ἀληθείας γεγένησαι· ποιμαντικῶς γὰρ φαιδρύνας τὸν βίον σου, Κυπριανὲ τῇ ἀθλήσει δεδόξασαι. Πάτερ Ὅσιε, τὸν Κτίστην ἡμῖν ἱλέωσαι, ὁμοὺ σὺν Ἰουστίνη τῇ Θεόφρονι.
  
Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Ἐκ τέχνης μαγικῆς, ἐπιστρέψας θεόφρον, πρὸς γνῶσιν θεϊκήν, ἀνεδείχθης τῷ κόσμῳ, ἀκέστωρ σοφώτατος, τὰς ἰάσεις δωρούμενος, τοῖς τιμῶσί σε, Κυπριανὲ σὺν Ἰουστίνῃ· μεθ’ ἧς πρέσβευε, τῷ Φιλανθρώπῳ Δεσπότῃ, σωθῆναι τοὺς δούλους σου.
Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχᾶς.
Ὡς ἱεράρχην τίμιον, καὶ ἀθλητὴν στερρότατον, ἡ οἰκουμένη ἀξίως γεραίρει σε, Κυπριανὲ ἀοίδιμε, καὶ τοὶς ὕμvοις δοξάζει, τὴν ἁγίαν σου μνήμην, αἰτοῦσα πάντοτε, πταισμάτων ἄφεσιν, διὰ σοῦ δωρηθήναι τοῖς μέλπουσιν. Ἀλληλούια.
  
Μεγαλυνάριον.
Πλάνης σοφιστείας ἀπολιπών, τῆς θείας σοφίας, ἀνεδείχθης λαμπρὸς φωστήρ, καὶ σὺν Ἰουστίνῃ, Κυπριανὲ ἀθλήσας, τῆς ἄνω βασιλείας, ἄμφω ἔτυχε.
     

ΠΕΡΙ ΜΑΓΕΙΑΣ

  

Η παγίδα της μαγείας

  

Ο βίος των αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης είναι ένα ζωντανό μάθημα για τη δύναμη της μαγείας, που συντρίβεται από την παντοδυναμία του Χριστού. Δυστυχώς όμως και στην εποχή μας η μαγεία, με τις διάφορες μορφές της, έχει πάρει διαστάσεις επιδημίας. Τα κρούσματα της λευκής και μαύρης μαγείας αυξάνονται επικίνδυνα. Οι μάγοι, οι πνευματιστές, οι εξορκιστές, οι οραματίστριες, οι μέντιουμ, οι αστρολόγοι κ.λ.π. πληθαίνουν όλο και περισσότερο και κάνουν χρυσές δουλειές.
Είναι και αυτό ένδειξη της απομάκρυνσής μας από τον αληθινό Θεό. Η πίστη στο Θεό και η ζωντανή σχέση μαζί Του, έχουν ατονήσει. Ο άνθρωπος αισθάνεται ανασφαλής, νοιώθει το κενό και προσπαθεί να το υποκαταστήσει με τη μαγεία και τον αποκρυφισμό. Είναι παρατηρημένο από την ιστορία ότι όσο η πίστη των ανθρώπων στον ζώντα Θεό ατονεί, τόσο αναβιώνει η μαγεία και αυξάνουν οι μάγοι.
Στις μέρες μας πολύ συχνά βλέπουν το φως της δημοσιότητας γεγονότα συγκλονιστικά και ιστορίες φρικιαστικές με πρωταγωνιστές μάγους, σατανιστές κι ένα σωρό τσαρλατάνους και αγύρτες. Τα μέσα που χρησιμοποιούν είναι μαγικά ξόρκια και φυλαχτά, δαιμονικές επικλήσεις και μαγγανείες, σατανιστικές τελετουργίες με ζωοθυσίες και ανθρωποθυσίες. Οι συνέπειες στη ζωή εκείνων που καταφεύγουν στη μαγεία, είναι τραγικές. Ξεκινούν με την ελπίδα ότι θα λύσουν τα προβλήματά τους και καταλήγουν σε σύγχυση και αδιέξοδο, σε μαρασμό και κατάθλιψη, σε ψυχοσωματική και οικονομική εξουθένωση.
Κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας, λόγω και της αμάθειας των Χριστιανών η μαγεία ήταν αρκετά διαδεδομένη. Αυτό το βλέπουμε και στη διδασκαλία δύο μεγάλων αγίων, του αγίου Κοσμά του Αιτωλού και του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, οι οποίοι προσπάθησαν να αφυπνίσουν τους χριστιανούς. Ειδικά ο άγιος Νικόδημος αντιμετωπίζοντας το θλιβερό αυτό φαινόμενο, εκφράζει τη θλίψη του για την τραγική κατάσταση των χριστιανών της εποχής του, οι οποίοι ουσιαστικά έρχονταν αντιμέτωποι με τον Χριστό, γιατί ο μεν Χριστός με το σταυρικό του θάνατο νίκησε όλες τις αρχές κι εξουσίες των δαιμόνων, ενώ οι χριστιανοί τους αναδεικνύουν πάλι νικητές και τροπαιούχους με τις διάφορες μαγείες τους.
Ο Χριστός απάλλαξε από τη δουλεία και τυραννία του διαβόλου τον κόσμο και τους Χριστιανούς και αυτοί, με τη μαγεία, τον ξαναφέρνουν στον κόσμο και τον ξανακάνουν τύραννό τους.

 
Τα είδη της μαγείας

 
Με τον όρο μαγεία εννοούνται πολλές πράξεις. Δεν εξαντλείται, η μαγεία μόνο σε μία ενέργεια, το να καταφύγει, δηλαδή, κανείς σε μάγους και μάγισσες. Η ανάλυση που θα ακολουθήσει, την οποία δανειζόμαστε από τον άγιο Νικόδημο, θα δείξει την ευρύτητα της μαγείας και των μάγων.
Κατ' αρχήν πρέπει να σημειωθεί ότι η μαγεία δεν είναι ανεξάρτητη από τις σατανικές και διαβολικές ενέργειες. Αφού ο διάβολος χωρίστηκε από τον ένα Θεό, έγινε «νους ποικίλος και πολυμέριστος». Έτσι και τα είδη της κακίας και των μαγικών που επινόησε και έσπειρε στους ταλαίπωρους ανθρώπους, είναι ποικίλα, σχεδόν αναρίθμητα. Ας δούμε τα βασικότερα είδη, όπως τα περιγράφει ο άγιος Νικόδημος.

1ο είδος

είναι «η κυρίως και καθαυτό λεγόμενη μαγεία», που είναι η μέθοδος εκείνη δια της οποίας οι άνθρωποι έρχονται σε επικοινωνία με τους δαίμονες, για να τους ρωτήσουν διάφορα θέματα που τους απασχολούν. Όσοι ασκούνται σ' αυτή την τέχνη λέγονται μάγοι.
Κατά την αντίληψη των μάγων, οι δαίμονες χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες. Είναι οι ανώτεροι, που βρίσκονται στους αιθέρες και είναι αγαθοποιοί, είναι οι μέσοι, που βρίσκονται στην γη και χωρίζονται σε καλούς και κακούς, και τέλος οι καθολοκληρίαν κακοί.
Βέβαια, στην ορθόδοξη διδασκαλία δεν γίνεται αυτή η διάκριση, αφού όλοι οι δαίμονες είναι κακοί και δεν είναι δυνατό να υπάρχουν δαίμονες που να είναι ολιγότερο κακοί η να είναι αγαθοί. Μόνον οι άγγελοι είναι αγαθά πνεύματα, που δοξάζουν τον Θεό και υπηρετούν τον άνθρωπο στη σωτηρία του.

2ο είδος

μαγείας είναι η μαντεία και όσοι ασχολούνται με αυτό το είδος λέγονται μάντεις. Οι άνθρωποι αυτοί συνδέονται με τον διάβολο, παραδίδουν τον εαυτό τους στους δαίμονες «και δια μέσου της παλάμης της χειρός των ή της λεκάνης ή των θυσιών ή απατηλών εμπλάστρων ή άλλων τοιούτων σημείων νομίζονται ότι προλέγουν εκείνα όπου μέλλουν να γίνουν».

3ο είδος

είναι η γοητεία, και όσοι την ασκούν λέγονται γόητες. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν εκείνοι που θρηνούν πάνω στα μνήματα και επικαλούνται τους δαίμονες για να κάνουν κάποιο κακό στους ανθρώπους. Γόητες είναι εκείνοι που βλέπουν φαντασίες στα μνήματα και καίνε τους λεγόμενους βρυκόλακες.

4ο είδος

είναι η λεγόμενοι γητεία, και όσοι ασχολούνται με αυτό το είδος λέγονται γητευτές, οι οποίοι μαζί με την επίκληση των δαιμόνων αναμιγνύουν «και τους ψαλμούς του Δαβίδ και τα ονόματα των αγίων και του Χριστού και της Θεοτόκου».

5ο είδος

είναι η επαοιδία και όσοι εξασκούν αυτό το είδος μαγείας λέγονται επαοιδοί, οι οποίοι ελκύουν τους δαίμονας «με κάποιας επωδάς και καλέσματα «καθώς επίσης και εκείνοι που «με την διαβολική τέχνη και μαγεία δένουσι τα ανδρόγυνα».

6ο είδος

μαγείας είναι η φαρμακεία, και όσοι την μεταχειρίζονται ονομάζονται φαρμακοί, «οι οποίοι δια της μαγικής τέχνης κατασκευάζουσι κάποια φαρμακερά ποτά, η δια να θανατώσουν τινά, η δια να σκοτίσουν τον εγκέφαλό του, η δια να τον ελκύσουν εις την σαρκική αγάπη αυτών, τα οποία μάλιστα μεταχειρίζονται οι γυναίκες προς τους άνδρας, δια να τραβήξουν αυτούς εις έρωτα».

7ο είδος

είναι η οιωνοσκοπία, και όσοι ασχολούνται με αυτήν λέγονται οιωνοσκόποι, οι οποίοι προσέχουν τα ζώα, τα πουλιά, την ατμόσφαιρα, τον ήλιο, την σελήνη και δι' αυτών νομίζουν πως βλέπουν το μέλλον των ανθρώπων. Στην κατηγορία αυτή υπάγονται και οι άνθρωποι που πιστεύουν σε μοίρες, σε ριζικά, σε στοιχειά, σε ποδαρικά και σε όνειρα, όσοι έχουν προλήψεις για διάφορα πράγματα.

8ο είδος

μαγείας είναι η νεφοδιωκτική και όσοι εργάζονται με αυτήν λέγονται νεφοδιώκτες, «οι οποίοι παρατηρούντες τα σχήματα των νεφελών, και μάλιστα όταν βασιλεύει ο ήλιος, προλέγουν τα μέλλοντα».

9ο είδος

μαγείας είναι η αστρολογία, και όσοι ασχολούνται με αυτή λέγονται αστρολόγοι. Οι αστρολόγοι πιστεύουν ότι οι άνθρωποι διευθύνονται από την κίνηση του ουρανού και των αστέρων και βέβαια όλα τα πάθη της ψυχής τα αποδίδουν στα αστέρια. Στην κατηγορία αυτή υπάγονται τα ωροσκόπια, με τα οποία ασχολείται πολύ ο σημερινός άνθρωπος.
Το λάθος είναι ότι τα αστέρια θεωρούνται ως θεοί, ενώ στην πραγματικότητα οι αστρολόγοι κάνουν το έργο αυτό με τη συνεργία των δαιμόνων. Και όταν ακόμη η αστρολογία είναι για απάτη, για εκμετάλλευση και τότε αποπροσανατολίζει τον νουν των ανθρώπων από τον Θεό στην δημιουργία και τον γεμίζει με φαντασίες και απάτες.
Υπάρχει και κάποια άλλη σημαντική παράμετρος. Αν πράγματι την ζωή μας την κανονίζουν τα αστέρια, σημαίνει ότι α) είμαστε ανελεύθεροι και β) δεν έχουμε ευθύνη για τις πράξεις μας. Έτσι π.χ. ο εγκληματίας μπορεί να ισχυριστεί άνετα ότι δεν φταίει αυτός για το έγκλημα που διέπραξε, αλλά τα άστρα! Και μόνον απ αυτό μπορούμε να καταλάβουμε τι επιπτώσεις έχει η αποδοχή της αστρολογίας στη ζωή των ανθρώπων.

10ο είδος

 μαγικών είναι τα λεγόμενα φυλακτάρια και όσοι ασχολούνται με το είδος αυτό λέγονται «φυλακτήριοι». Στην κατηγορία αυτή υπάγονται οι άνθρωποι εκείνοι που κάνουν διάφορα φυλακτά, τα οποία τυλίγουν με μια μεταξωτή κλωστή, και γράφουν επάνω σ αυτά δαιμονικά ονόματα. Φυλακτήριοι λέγονται και εκείνοι που πιστεύουν σε τέτοια δαιμονικά φυλακτά, τα κρεμούν πάνω τους και νομίζουν ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο θ’ απαλλαγούν από ασθένειες και βασκανίες ανθρώπων.

11ο είδος

μαγείας είναι οι λεγόμενοι κλήδονες, οι οποίοι παρατηρούν τα μέλλοντα με λόγους και κλήσεις. Στην κατηγορία αυτή συγκαταλέγονται όσοι ανάβουν πυρκαγιές και μ’ αυτές παρατηρούν το μέλλον των ανθρώπων, οι εγγαστρίμυθοι «οι από κοιλίας φωνούντες και λέγοντες μύθους και μαντείας», καθώς και εκείνοι που παρατηρούν τα σπλάχνα των ζώων και άλλα γεγονότα για να βλέψουν το μέλλον των ανθρώπων.

12ο είδος

μαγείας είναι κυρίως αυτό που θα μπορούσαμε σήμερα να ονομάσουμε πνευματισμό, κατά το οποίο υψώνονται στον αέρα, «το να παίρνουν μερικοί ιερείς κηρία πίσσινα και να πηγαίνουν μέσα εις βουνά και λαγκάδια και εκεί να τα ανάπτουν και φορένοντες ανάστροφα τα ιερά των να διαβάζουν την Σολομωνικήν ή μάλλον ειπείν διαβολικήν και ούτω να κάμνουν να αποθαίνουν οι εχθροί των ή να ψοφούν τα ζώα των». Στην κατηγορία αυτή συγκαταλέγονται και εκείνοι που τρέχουν σε μάγους για να λάβουν την βοήθειά τους για να νικήσουν κάποιον με τον οποίον βρίσκονται σε έχθρα.

13ο είδος

μαγείας και μαντείας είναι «το να βαστάζουν τινές κόσμιοι Χριστιανοί, τας ιεράς εικόνας του αγίου Γεωργίου, του Αρχαγγέλου Μιχαήλ και άλλων αγίων εις τους ώμους των, εν τω καιρώ των πανηγύρεων αυτών, και να τρέχουν ωσάν τρελοί και δαιμονισμένοι εδώ και εκεί μέσα εις βουνά και λαγκάδια, και να κτυπούν πότε εις ένα μέρος και πότε εις άλλο με τας αγίας εικόνας, περιρρεόμενοι από τον ιδρώτα τάχα δια το βάρος των αγίων εικόνων, και προμαντεύοντες κάποια τινά, και φανερώνοντες εκείνα, όπου τινές έχασαν και άλλα όμοια».

Παρατηρώντας τα είδη μαγείας, όπως τα παρουσιάζει ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, βλέπουμε ότι πολλά από αυτά συνδέονται μεταξύ τους, οπότε δεν πρόκειται για ανεξάρτητα είδη. Ωστόσο όμως, μπορούμε και να διακρίνουμε για να τα κατανοήσουμε καλύτερα. Όλα αυτά ενεργούνται με τη δύναμη των δαιμόνων.
Επίσης βλέπουμε και την ελεεινή κατάσταση των ανθρώπων της εποχής εκείνης, που έκαναν πολλά παράδοξα και αντιχριστιανικά πράγματα, έχοντες όμως την εξωτερική πίστη στο Χριστό. Γι' αυτό ο άγιος Νικόδημος θα πει χαρακτηριστικά ότι αν και «εις το φανερόν λατρεύουσι τον αληθινόν Θεόν, εις το κρυφόν όμως αρνούνται τον Θεόν και λατρεύουσι τον διάβολον». Πρόκειται για λατρεία των δαιμόνων.
Το φοβερότερο από όλα είναι, όπως είδαμε πιο πάνω, ότι υπήρχαν και μερικοί ιερείς που ασκούσαν την Σολομωνική η πνευματισμό. Υπήρχε πλήρης αμάθεια.

 
Ο Θεός απαγορεύει τα μαγικά
 

Όλα αυτά είναι εντελώς απαράδεκτα να γίνονται από χριστιανούς. Ήδη, από την Παλαιά Διαθήκη ο Θεός απαγόρευσε αυστηρά στους Εβραίους να ασχολούνται με τα μαγικά. Και αν αυτά απαγορεύονταν στους Εβραίους που ήσαν πνευματικά νήπια, πόσο μάλλον απαγορεύονται στους χριστιανούς, τα τέκνα της αλήθειας και της χάριτος του Ευαγγελίου;
Στο Δευτερονόμιο ο Θεός προστάζει τους Εβραίους: «Να μη βρεθεί σε σένα (Ισραήλ) κανένας, που να καθαρίζει το γιο του και τη θυγατέρα του με τη φωτιά, κανένας που να μαντεύει μαντείες, που να προβλέπει τα μέλλοντα με φωνές (κλήδονες) και παρατηρήσεις σημείων (οιωνών), μάγος που ν' ασχολείται με επαοιδία, εγγαστρίμυθος και τερατοσκόπος, που να καλεί τους νεκρούς». (Δευτ. 18, 10). Στο Λευιτικό, μάλιστα, προσθέτει να μην πλησιάζει κανένας εκείνους που κάνουν αυτά τα πράγματα για να μην μολυνθεί: «Να μην προσκολληθείτε (σε μάγους) και μολυνθείτε απ' αυτούς, εγώ είμαι ο Κύριος και ο Θεός σας» (Λευιτ. 19, 26).
Ο Θεός απαγορεύει, τα μαγικά επειδή οδηγούν τόσο εκείνους που τα χρησιμοποιούν, όσο και εκείνους που τα ζητούν, στην προσκύνηση και τη λατρεία των δαιμόνων. Γι' αυτό και αποτελούν θανάσιμη αμαρτία. Από την άλλη, πάλι, τα μαγικά δεν μπορούν να προσφέρουν καμία ωφέλεια. «Οι μαντείες και οι οιωνισμοί και τα όνειρα είναι μάταια», λέει η Γραφή (Σειράχ 34, 5)
Γιά το λόγο αυτό οι άγιοι Απόστολοι δίνουν εντολή στους Χριστιανούς να μη χρησιμοποιούν κανενός είδους μαγικά: «ου μαγεύσεις, ου φαρμακεύσεις» (Διαταγ. 7, 3) «φεύγετε...επαοιδάς, κλήδονας, μαντείας, καθαρισμούς, οιωνισμούς ορνιθοσκοπίας, νεκρομαντείας, επιφωνήσεις».
Η εκκλησία θεωρεί μεγάλο αμάρτημα την ενασχόληση με τη μαγεία και ορίζει μεγάλα επιτίμια. Ο 61ος Κανόνας της 6ης Οικουμενικής Συνόδου ορίζει επιτίμιο έξι χρόνων. Εκείνους δε που επιμένουν σ' αυτά τους αφορίζει. Ο Μ. Βασίλειος τους κατατάσσει με τους φονεύσαντες θεληματικά και τους κανονίζει να μην κοινωνούν για είκοσι χρόνια. Και τούτο γιατί η μαγεία δεν είναι ένα απλό πταίσμα, αλλά άρνηση του Θεού.
Είναι χαρακτηριστικό ότι βασική προϋπόθεση για να βαπτισθεί κανείς και να γίνει μέλος της εκκλησίας, είναι πριν απ' όλα να αρνηθεί το διάβολο και να δηλώσει ότι θέλει να «συνταχθεί» με το Χριστό. Ο μέλλων να βαπτισθεί ή ο Ανάδοχός του (για λογαριασμό του βαπτιζόμενου) κατά τον νηπιοβαπτισμό, ερωτάται από τον ιερέα: «Αποτάσσει τω σατανά και πάσι τοις έργοις αυτού και πάσι τοις αγγέλοις αυτού, και πάσι τη λατρεία αυτού και πάσι τη πομπή αυτού;» Ο κατηχούμενος απαντάει τρεις φορές «αποτάσσομαι».
Έπειτα ο ιερέας τον καλεί να «φτύσει» το διάβολο, τα έργα του, τη λατρεία του, την πομπή του, για να δείξει ότι πλέον δεν έχει καμία σχέση μαζί του. Αυτή όμως την τόσο σημαντική πράξη, οι χριστιανοί τη λησμονούν. Επιστρέφουν και πάλι στην προ Χριστού ζωή. Φεύγουν, αρνούνται τον Χριστό και πηγαίνουν πάλι στον διάβολο.

 
Γιατί οι άνθρωποι καταφεύγουν στην μαγεία;

 
Υπάρχουν πολλοί λόγοι. Αναφέρουμε τους κυριότερους.

α)

Από περιέργεια
Ο άνθρωπος είναι πάντα φιλοπερίεργος και τα περίεργα φαινόμενα το προκαλούν το ενδιαφέρον. Στη μαγεία πράγματι ο σατανάς παρουσιάζει περίεργα πράγματα. Είναι το δόλωμα για να τους φέρει κοντά του. Αντίθετα ο Θεός δεν χρησιμοποιεί ποτέ αγυρτείες και τεχνάσματα μαγικά. Τα θαύματά του έχουν σωτηριολογικό περιεχόμενο και δεν γίνονται ποτέ για λόγους εντυπωσιασμού. Υπάρχει επομένως, μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο θαύμα και στην αγυρτία.

β)

Για να επικοινωνήσουν δήθεν με τους νεκρούς
Ο θάνατος κάποιου προσφιλούς προσώπου είναι αναμφισβήτητα ένα συγκλονιστικό γεγονός, που προκαλεί αναστάτωση και προβληματισμό στα συγγενικά και φιλικά πρόσωπα. Κάποιοι απ' αυτούς καταφεύγουν στους μάντεις που τους υπόσχονται αυτή την πολυπόθητη επικοινωνία. Όμως όλο αυτό το σκηνικό είναι μία επικίνδυνη απάτη. Ο μάντης μόνο με τα πονηρά πνεύματα επικοινωνεί και αυτά είναι που αποκρίνονται μόνο και μόνο για να παρασύρουν τον άνθρωπο.

γ)

Για να γνωρίσουν το μέλλον
Πόσοι άνθρωποι ανασφαλείς δεν καταφεύγουν σε μάγους, καφετζούδες και χαρτορίχτρες για να μάθουν τι θα τους συμβεί στο μέλλον, για το ποια θα είναι η μοίρα τους, ακόμη και για το πού θα βρουν κάποιο θησαυρό; Είναι να απορεί κανείς με την τόση αφέλεια. Αν οι κάθε είδους τσαρλατάνοι γνώριζαν το μέλλον, θα γνώριζαν πρώτα το δικό τους. Αν είχαν την ικανότητα να βρίσκουν κρυμμένα πράγματα, θα έβρισκαν όλους τους κρυμμένους θησαυρούς, η τον αριθμό του λαχείου που θα κερδίσει. Αν είχαν την ικανότητα να κάνουν ανακαλύψεις, θα έβρισκαν το φάρμακο του καρκίνου, θα πλούτιζαν και δεν θα είχαν ανάγκη να «φορολογούν» τους αφελείς.

δ)

Για να βρουν θεραπεία
Ο πόνος κάνει πολλές φορές τους ανθρώπους να καταφεύγουν στους μάγους για να θεραπευθούν από αρρώστιες. Όμως είναι δυνατό ο διάβολος που είναι «ανθρωποκτόνος» που θανάτωσε με τη σατανική συμβουλή του όλο το ανθρώπινο γένος, να θεραπεύσει τον άνθρωπο; Και αν ακόμη το κάνει, θα είναι προσωρινό ξεγέλασμα για να παρασύρει τον άνθρωπο και να τον κερδίσει ολοκληρωτικά.

ε)

Για να εκδικηθούν
Είναι οι άνθρωποι που άφησαν στην καρδιά τους να φωλιάσει ο διάβολος και συνεργάζονται μαζί του για να εκδικηθούν τους εχθρούς τους.

στ)

Από αφέλεια
Πολλοί ξεγελιούνται κι παρασύρονται από άλλους. Δεν το θεωρούν κακό, αφού πάνε «για καλό». Βλέπουν μάλιστα στο δωμάτιο του μάγου πολλές φορές ακόμη και εικόνες. Ή τον ακούν να τους συμβουλεύει να κάνουν αγιασμό, λειτουργία κ.λ.π. Αγνοούν ότι όλα αυτά είναι τεχνάσματα του πονηρού που χρησιμοποιεί τα πάντα για να ξεγελάσει τον άνθρωπο.

ζ)

Από την μη ανάληψη της ευθύνης:
Τέλος μια μεγάλη μερίδα ανθρώπων που προσφεύγουν στους μάγους, είναι αυτοί που διακρίνονται από μία εσωτερική ανελευθερία, και αποφεύγουν με κάθε τρόπο να αναλάβουν την ευθύνη των πράξεών τους. Γι' αυτό και ό,τι κακό τους συμβαίνει, ψάχνουν να βρουν εξωτερικές αιτίες, ότι κάποιος άλλος φταίει για την δική τους κακοδαιμονία. Δεν θέλουν να κοιτάξουν την εσωτερική τους κατάντια και να αγωνιστούν για να την διορθώσουν.
Δεν θέλουν ν’ αλλάξουν τρόπο ζωής. Γι' αυτό και πρέπει να ρίξουν αλλού τις ευθύνες. π.χ. Έχει κάποιος μια διαπροσωπική δυσκολία, είναι αντικοινωνικός και επομένως δεν μπορεί να παντρευτεί; Αντί να προσπαθήσει να διορθώσει τον εαυτό του βρίσκει την εύκολη λύση: «Μου έκαναν μάγια» και τρέχει στους αγύρτες να του τα λύσουν. Ζητάει, δηλαδή, τη μαγική λύση, που δεν χρειάζεται κόπο και αγώνα.
Άλλος πάλι, ζει μ' έναν αρρωστημένο τρόπο ζωής και κάποτε αρρωσταίνει . Δεν προβληματίζεται γι' αυτό, δεν αναλαμβάνει την ευθύνη του για την αρρώστιά του, δεν θέλει να αλλάξει τρόπο ζωής, αλλά ψάχνει να βρει κάποιους εχθρούς που τον επιβουλεύονται και του έχουν κάνει μάγια ή που «τον μάτιασαν». Η προσφυγή στο μάγο είναι η πλέον εύκολη και ανώδυνη λύση.

 
Πώς να φυλάγονται οι Χριστιανοί από τα μαγικά

 
Ο άνθρωπος για να γλιτώσει από τη μαγεία και όλα τα σατανικά, θα πρέπει:

α)

Να αποφεύγει όλ' αυτά με κάθε τρόπο. Να μην έχει καμία σχέση μαζί τους. Διαφορετικά σίγουρα θα βγει ζημιωμένος. Πρώτα οικονομικά: Πολλοί έχασαν περιουσίες στους μάγους, αλλά αυτό είναι το λιγότερο. Έπειτα σωματικά: Κινδυνεύει κανείς να χάσει την υγεία του. Πολλοί έπαθαν νευρικό κλονισμό και σοβαρές ψυχικές παθήσεις. Τέλος ψυχικά: Αυτό είναι το κυριότερο. Με την μαγεία κινδυνεύει κανείς να χάσει την ψυχή του, αφού όπως σημειώσαμε, μη την μαγεία, αρνείται κανείς τον ίδιο το Θεό.

β)

Να καταφύγει στη εκκλησία. Μόνον ο άνθρωπος που ζει μέσα στην οικογένεια του Θεού, στο χώρο της εκκλησίας είναι ασφαλισμένος. Ο Κύριος μας το βεβαιώνει: «Τα πρόβατα τα εμά της φωνής μου ακούει, καγώ γιγνώσκω αυτά, και ακολουθούσι μοι, καγώ ζωήν αιώνιον δίδωμι αυτοίς και ου μη απόλωνται εις τον αιώνα, και ουχ αρπάσει τις αυτά εκ της χειρός μου». (Ιωάν. 10, 27-28).

Γράφει ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: «Για να φυλάγεστε από τα μαγικά και την ενέργεια των δαιμόνων, να έχετε όλοι-μικροί και μεγάλοι, άνδρες και γυναίκες- κρεμασμένο στο λαιμό σας τον τίμιο Σταυρό. Τρέμουν οι δαίμονες τον τύπο του Σταυρού και φεύγουν μακριά όταν τον βλέπουν. Άλλωστε, όπως ομολόγησαν οι ίδιοι στον άγιο Ιωάννη τον Βοστρινό, που είχε εξουσία κατά των ακαθάρτων πνευμάτων, τρία πράγματα φοβούνται περισσότερο: το Σταυρό, το άγιο Βάπτισμα και τη θεία Κοινωνία. Να έχετε επίσης στο σπίτι σας, αλλά και μαζί σας, το άγιο Ευαγγέλιο. Και φυσικά να το μελετάτε. Σ' όποιο σπίτι υπάρχει Ευαγγέλιο δεν μπαίνει ο διάβολος».
Ας σημειωθεί όμως ότι, το σημείο του Σταυρού, τα μυστήρια και τα υπόλοιπα αγιαστικά μέσα της Εκκλησίας μας, δεν ενεργούν με μαγικό τρόπο, αλλά χρειάζονται την βαθειά μας πίστη και τον πνευματικό μας αγώνα κάτω από την καθοδήγηση ενός Πνευματικού (ιερέως). Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις, όλα τα αγιαστικά μέσα της Εκκλησίας μένουν ανενέργητα. Όπως επίσης ανενέργητα μένουν και στις περιπτώσεις εκείνες, που τα χρησιμοποιούν οι διάφοροι μάγοι. Αυτοί, προκειμένου να "θολώσουν τα νερά" και να παραπλανήσουν τα αφελή θύματά τους, χρησιμοποιούν σταυρούς, εικόνες, κεριά, λιβάνι, επικαλούνται το όνομα του Χριστού και των αγίων, επαναλαμβάνουν διάφορες προσευχές, συνιστούν την τέλεση ευχελαίου και άλλα.

 
Επίλογος

  
Ως επίλογο δανειζόμαστε και πάλι τη γραφίδα του αγίου Νικοδήμου. «Οι μάγοι, οι μάγισσες και όσοι καταφεύγουν σ' αυτούς, δεν έχουν θέση στη βασιλεία των ουρανών. Χάνουν τον παράδεισο. Και που στέλνονται; Αλλοίμονο! Στην αιώνια κόλαση μαζί με τους άπιστους, τους ασεβείς και τους ειδωλολάτρες (Αποκ. 21:8). Να πω και κάτι φοβερότερο; Θα κολάζονται χειρότερα κι από τους ειδωλολάτρες. Γιατί αυτοί, όπως γεννήθηκαν στην ασέβεια, έτσι και πέθαναν. Δεν βαπτίστηκαν στο όνομα της Αγίας Τριάδος. Δεν πίστεψαν στον Χριστό. Οι Χριστιανοί όμως, οι βαπτισμένοι, που έγιναν παιδιά του Θεού "κατά χάριν", που τράφηκαν με το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου, πως τόλμησαν κατόπιν και τα καταφρόνησαν και τ' αρνήθηκαν και καταπιάστηκαν με τα μαγικά;
Για την αγάπη του Χριστού, λοιπόν, και για τη σωτηρία της ψυχής σας, φυλαχθείτε, αδελφοί μου, φυλαχθείτε από την μαγεία. Και πάλι σας λέω, φυλαχθείτε! Μην πηγαίνετε σε μάγους και μάγισσες. Σ' όλες τις περιστάσεις και για όλες σας τις ανάγκες να προστρέχετε στην βοήθεια του Θεού, στην προστασία της Θεοτόκου και στις πρεσβείες των αγίων. Έτσι, κι από τις ασθένειες και τις ανάγκες σας θα ελευθερωθείτε, και από την αιώνια κόλαση θα λυτρωθείτε, και την ουράνια βασιλεία θα κληρονομήσετε, "ης γένοιτο αξιωθήναι πάντας ημάς χάριτι του Χριστού". Αμήν
».

 
Πηγή: [Ιερά μονή Σαγματά] http://ierosnaosagandreou.blogspot.com

      

Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Νεομάρτυρας ἢ Χατζὴ–Γεώργιος

  

Γιὸς χριστιανῶν γονέων ἀπὸ τὴ Φιλαδέλφεια. Ἔφυγε ἀπὸ τὴν πατρίδα του καὶ πῆγε στὴν πόλη Καρατζασοῦ τῆς Ἠλιούπολης, ὅπου ἐξασκοῦσε τὴν τέχνη τοῦ ἀμπατζῆ (σαγματοποιοῦ).
Σὲ κάποια διασκέδαση, ποὺ ἦταν παρὼν καὶ ὁ Γεώργιος, κάποιος, ποὺ βρισκόταν σὲ κατάσταση μέθης, ἔπεσε καὶ σκοτώθηκε. Τότε, σύμφωνα μὲ τὴν συνήθεια, ὁ κριτὴς ζήτησε ἀπ’ τοὺς κατοίκους, νὰ πληρώσουν τὸ ἀνάλογο πρόστιμο. Ὁ Γεώργιος ἀρνήθηκε νὰ καταβάλει αὐτὸ τὸ πρόστιμο καὶ ἐπάνω στὸν θυμό του εἶπε, ὅτι δὲν τὸ πληρώνει γιατί εἶναι Τοῦρκος. Ἀμέσως τότε οἱ Τοῦρκοι τὸν συνέλαβαν καὶ τοῦ ἔκαναν περιτομή.
Ἀργότερα ὁ Γεώργιος, μετανοημένος, πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἔμεινε γιὰ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα. Ἐπανῆλθε ὅμως στὴν πόλη Καρατζασοῦ, καὶ μπροστὰ στὸν κριτὴ ὁμολόγησε μὲ θάρρος τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Παρὰ τὶς κολακεῖες τοῦ κριτῆ, ἔμεινε ἀμετάθετος στὴν ἀπόφασή του.
Ἄρχισε τότε μία σειρὰ φρικτῶν βασανιστηρίων, ποὺ ὁ Γεώργιος τὰ ὑπέμεινε μὲ μεγάλη γενναιότητα. Ἔλεγε μάλιστα: «ὅτι καὶ ἂν μοῦ κάνετε ἐγὼ δὲν ἀρνοῦμαι πλέον τὴν πίστη μου. Χριστιανὸς γεννήθηκα, Χριστιανὸς εἶμαι καὶ Χριστιανὸς θέλω νὰ πεθάνω».
Τελικά, στὶς 2 Ὀκτωβρίου 1794 τὸν ἀποκεφάλισαν.
Ο Otto Meinardus ἀναφέρει τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ στὶς 2 Ὀκτωβρίου 1752.

   
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx 

       


   

Τετάρτη 3 Οκτωβρίου    

      

Ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης

                                 

Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Ἀθηνῶν.
Ἔζησε καὶ μαρτύρησε τὰ χρόνια ποὺ αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Δομετιανός, αν και υπάρχουν και κάποιες πηγές που τοποθετούν το μαρτύριό του επί Τραϊανού ή ακόμη και επί Αδριανού.
Ήταν πασίγνωστος φιλόσοφος της Αθήνας, βαθύτατα καλλιεργημένος και μέλος του ανωτάτου δικαστηρίου της πόλης, του Αρείου Πάγου. Ήταν ο πρώτος (ή τουλάχιστον από τους πρώτους) που ασπάστηκε το Χριστιανισμό, έπειτα από το κήρυγμα του αποστόλου Παύλου κάτω από τον ιερό βράχο της Ακροπόλεως: “Τινές δε άνδρες κολληθέντες αυτώ επίστευσαν, εν οις και Διόνυσος ο Αρεοπαγίτης…” (Πράξ. ιζ΄, 34).
Ἀργότερα διαδέχθηκε στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῶν Ἀθηνῶν τὸν εὐσεβῆ Ἰερόθεο.
Αυτά είναι τα ελάχιστα ιστορικά στοιχεία που διαθέτουμε σχετικά με τον άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη. Πολλοί συναξαριστές δίνουν ένα πλήθος πληροφοριών για τη σημαντικότατη αυτή προσωπικότητα του Χριστιανισμού, οι οποίες όμως εντάσσονται αποκλειστικά και μόνο στον κύκλο της παράδοσης.
Έτσι, μία παράδοση τοποθετεί τον άγιο Διονύσιο την ημέρα που σταυρώθηκε ο Χριστός στην Ηλιούπολη της Αιγύπτου, με το φιλόσοφο Απολλοφάνη (3ος αιώνας). Όταν σκοτείνιασε ο ήλιος, ο Διονύσιος αναφώνησε: «Ή η φύσις αλλοιούται ή Θεός πάσχει».
Μία ακόμη παράδοση, ιδιαίτερα αγαπητή, που έχει εγκολπωθεί από την Εκκλησία και εκφράζεται τόσο στην αγιογραφία όσο και στην υμνογραφία, θέλει τον άγιο Διονύσιο να παρίσταται στην Κοίμηση της Θεοτόκου, μαζί με τους άλλους δύο ιερομάρτυρες Ιερόθεο και Τιμόθεο, μεταφερόμενος από τις νεφέλες που άρπαξαν τους Αποστόλους. Στις ιερές εικόνες της Κοιμήσεως απεικονίζεται με τους δύο ιεράρχες να στέκεται πίσω από το χορό των Αποστόλων, ενώ στο «θεοτόκιο» κατά την ημέρα της γιορτής του ακούμε: «Εν τή σεπτή κοιμήσει σου, Παναγία Παρθένε, παρήν ό Διονύσιος, σύv τώ Ιεροθέω, καί Τιμοθέω τώ θείω, Άμα τοίς Αποστόλοις, έκαστος ύμνοv άδοντες, πρόσφοροv τή σή μνήμη. Μεθ’ ών καί νύν, πάσα γλώσσα βρότειος αvυμvεί σε, τήv τού Θεού λοχεύτριαν, καί τού κόσμου προστάτιν.»
Σύμφωνα με ακόμη μεταγενέστερες παραδόσεις, που όμως δεν είναι ευρύτερα αποδεκτές, ο Διονύσιος περιόδευσε σὲ πολλὰ μέρη τῆς Δύσης, ὅπου κήρυξε τὸν εὐαγγελικὸ λόγο καὶ ἑρμήνευσε τὶς ἱερὲς γραφές και υπήρξε ο ιδρυτής της Εκκλησίας των Παρισίων κατά την αποστολική εποχή, όπου φέρεται ότι και μαρτύρησε δι’ αποκεφαλισμού.
Μαζί του μαρτύρησαν καὶ δυὸ μαθητές του, ὁ Ρουστικὸς καὶ ὁ Ἐλευθέριος. Ὁ ἡγεμόνας τῆς περιοχῆς ἔδωσε ἐντολὴ νὰ μὴ θάψει κανεὶς τὰ ἅγια λείψανα τῶν μαρτύρων, ὅμως κάποιοι χριστιανοὶ τὰ φύλαξαν καὶ ὅταν δὲν ὑπῆρχε πλέον φόβος τὰ ἐνταφίασαν μὲ τιμές.
Άλλη παράδοση αναφέρει ότι μετά τον αποκεφαλισμό του, ο ίδιος ο ιερομάρτυρας παρέδωσε την αποτμηθείσα τιμία κάρα του στην ευσεβή χριστιανή Κατούλα.
Ὑπῆρξε συγγραφέας πλήθους θεολογικῶν συγγραμμάτων.
Στον άγιο Διονύσιο Αρεοπαγίτη αποδόθηκαν διάφορα συγγράμματα, τα οποία η σύγχρονη έρευνα δε θεωρεί γνήσια, είναι δηλαδή ψευδεπίγραφα (έργα των οποίων ο συγγραφέας υπογράφει με το όνομα κάποιου αναγνωρισμένου προσώπου, προκειμένου να αποδώσει κύρος στα γραπτά του). Πρόκειται για τα περίφημα Μυστικά έργα: α) Περί της ουρανίου ιεραρχίας, β) Περί της εκκλησιαστικής ιεραρχίας, γ) Περί θείων ονομάτων και δ) Περί μυστικής θεολογίας, καθώς και διάφορες επιστολές. Τα Μυστικά έργα, γνωστά και ως Ψευδο-διονύσια, γράφτηκαν στο τέλος του 5ου αιώνα και επηρέασαν βαθύτατα την πορεία της θεολογίας των μέσων χρόνων τόσο στην Ανατολή όσο και στη Δύση. Μαζί με τα έργα του ιερού Αυγουστίνου και του αγίου Γρηγορίου του Ναζιανζηνού υπήρξαν η βάση της ανανέωσης της θεολογικής κίνησης.
Ἐπιβραβεύθηκε ἀπὸ τὸ θεὸ γιὰ τὴ χριστιανική του δράση μὲ τὸ χάρισμα νὰ ἐπιτελεῖ θαύματα.
Η Εκκλησία μας γιορτάζει τη μνήμη του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, ο οποίος τιμάται ως ο πολιούχος άγιος της Αθήνας αλλά και των Παρισίων, στις 3 Οκτωβρίου
.
   
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx και http://vatopaidi.wordpress.com/2009/10/03/st-dionysius-the-areopagite

   

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸ συνάναρχον Λόγον.
Ἀγρευθεὶς τῷ τοῦ Παύλου Πάτερ κηρύγματι, ὑφηγητὴς ἀνεδείχθης τῶν ὑπὲρ νοῦν δωρεῶν, διαvoίᾳ ὑψηλῇ καλλωπιζόμενος· τῶν γὰρ ἀΰλων οὐσιῶν, τὰς ἀρχὰς μυσταγωγεῖς, ὡς μύστης τῶν ἀπορρήτων, καὶ τῆς σοφίας ἐκφάντωρ, Ἱερομάρτυς Διονύσιε.
  
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τὰς οὐρανίους διαβὰς πύλας ἐv πνεύματι
Ὡς μαθητὴς τοῦ ὑπὲρ τρεῖς οὐρανοὺς φθάσαντος
Ἀποστόλου Διονύσιε, τῶν ἀρρήτωv
Ἐπλουτίσθης πᾶσαν γνῶσιν καὶ κατηύγασας
Τοὺς ἐν σκότει τῆς ἀγνοίας πρὶν καθεύδοντας·
Διὸ κράζομεν, χαίροις Πάτερ παγκόσμιε.
  
Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς τῶν ἀρρήτων μυητὴν καὶ ὑφηγήτορα
Καὶ τῶν ἀΰλων οὐσιῶν ἱεροφάντορα
Ἀνυμνοῦμέν σε ἀξίως Ἱερομάρτυς.
Ἀλλ’ ὡς πλήρης τῆς τοῦ Πνεύματος ἐλλάμψεως
Τῆς σῆς χάριτος μετάδος ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν
Τῶν βοώντων σοι, χαίροις Πάτερ Διονύσιε.
  
Μεγαλυνάριον.
Τῶν ὑπερκοσμίων θεωριῶν, γεγονὼς ἐπόπτης, καὶ ἐκφάντωρ θεοειδής, θεαρχικωτάτων, ἐλλάμψεων τὸ κάλλος, πανσόφως διαγραφείς, ὦ Διονύσιε.
  
Εξαποστειλάριον
Τω Παύλω Διονύσιε, τω κλεινώ κορυφαίω, μαθητευθείς πανόλβιε, υπ’ αυτού εμυήθης, των αποκρύφων την γvώσιν, όθεv σε και λαμπτήρα, τη Εκκλησία τίθησιν, Αθηνών προχειρίσας, της ευσεβούς, Ιεράρχηv πόλεως, ην φυλάττοις, ορθοδοξούσαν πάνσοφε, σαις ευχαίς θεοκήρυξ.   

 

Ἡ Ἁγία Δάμαρις ἡ Ἀθηναία

                                  

Η Αγία Δάμαρις είναι η πρώτη Αθηναία, που μαζί με τον άγιο Διονύσιο Αρεοπαγίτη πίστεψαν στο κήρυγμα του αποστόλου Παύλου. Το όνομα της δεν είναι ελληνικό, αλλά εξελληνισμένος τύπος του ιουδαϊκού ονόματος "Θαμάρ", που σημαίνει ότι δεν ήτανε Ελληνίδα αλλά κάποια Ιουδαία μέτοικος στην Αθήνα.
Ήταν γυναίκα από ευγενή οικογένεια και με υψηλή κοινωνική θέση, είχε και ανάλογα πνευματικά ενδιαφέροντα. Το όνομά της αναφέρεται στις Πράξεις των Αποστόλων: "Τινές δε άνδρες κολληθέντες αυτώ επίστευσαν, εν οις και Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης και γυνή ονόματι Δάμαρις και έτεροι συν αυτοίς" (Πράξ. 17,34). Το γεγονός ότι αναφέρεται ονομαστικά από τον Ευαγγελιστή Λουκά στις Πράξεις του υποδεικνύει ότι πρόκειται για αξιόλογη προσωπικότητα.
Όταν ο Απόστολος Παύλος, ύστερα από τη Βέροια, επισκέφτηκε την Αθήνα το 52 μ.Χ., η Δάμαρις είχε την ευκαιρία να γνωρίσει και να συνδεθεί πνευματικά με τον μεγάλο αυτόν Απόστολο του Χριστού. Κι αυτό έγινε, όταν ο Παύλος κήρυξε στους Αθηναίους στον Άρειο Πάγο τη χριστιανική διδασκαλία. Ωστόσο λίγοι δέχτηκαν το χριστιανικό μήνυμα. Και ανάμεσα σ' αυτούς τους λίγους ήταν και η Δάμαρις.
Μετά τη φυγή του Αποστόλου Παύλου η Δάμαρις άσκησε την ιεραποστολική διακονία της παντού, ιδιαίτερα ανάμεσα στον γυναικείο κόσμο. Και την άσκησε με αμείωτο ζήλο και παλμό. Εξάλλου είναι σχεδόν βέβαιο ότι κάθε φορά που ο μεγάλος Απόστολος επισκεπτόταν την Εκκλησία της Κορίνθου, εκείνη πήγαινε σε συνάντησή του, για να γυρίζει στην Αθήνα πιο δυνατή και πιο φλογερή στην διακονία της.
Η Εκκλησία μας εορτάζει τη μνήμη της μαζί με τον Διονύσιο Αρεοπαγίτη στις 3 Οκτωβρίου.
Ἀκολουθία της συνέγραψε ὁ Ὑμνογράφος Πατὴρ Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.
        

Άπολυτίκιον. Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.
Του Παύλου ως ήκουσας, δημηγορούντος σοφώς, έδέξω το κήρυγμα, της ευσεβείας θερμώς, Κυρίω πιστεύσασα .Όθεν ή εν Αθήναις, Εκκλησία τιμά σε, Δάμαρις μακαρία, ως θεράπαιναν θείαν, Χριστώ οικειουμένην, τούς σε μακαρίζοντας.
 
Κοντάκιον. Ήχος δ Έπεφάνης σήμερον.
Το Του του Παύλου ρήμασι καταυγασθείσα, των Χριστώ προσέδραμες, και την χρηστότητα αυτού, βίω άμέμπτω έδόξασας, εν ταις Αθήναις θεόσοφε Δάμαρις.   

   

Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Χοζεβίτης ἐπίσκοπος Καισαρείας

                                 

Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης στὴν ἀρχὴ εἶχε πέσει στὴν πλάνη τῶν μονοφυσιτῶν. Ὅταν δηλαδὴ ἐπὶ βασιλίσσης Πουλχερίας, ἡ Δ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος στὴν Χαλκηδόνα καταδίκασε τὶς αἱρετικὲς δοξασίες τοῦ Εὐτυχοῦς, ὁ Ἰωάννης δὲν θέλησε νὰ δεχτεῖ τὴ δογματικὴ ἑρμηνεία καὶ ἀπόφαση τῆς Συνόδου αὐτῆς. Ἀλλὰ τὸ ἐσωτερικό τῆς ψυχῆς τοῦ Ἰωάννη δὲν εἶχε ἐγωϊστικὰ ἐλατήρια, ἦταν δεκτικό, διότι οἱ πλούσιοι καὶ εὐσεβεῖς γονεῖς του, στὴ Θήβα τῆς Αἰγύπτου, τὸν ἀνέθρεψαν μὲ τὴν ἀνάλογη χριστιανικὴ παιδεία.
Ἔτσι ὁ Θεὸς εὐλόγησε νὰ ἀπαλλαχτεῖ ἀπὸ τὴν πλάνη του ὡς ἑξῆς:
Κάποτε πῆγε στὴν Ἱερουσαλήμ, γιὰ νὰ προσκυνήσει τὸν τάφο τοῦ Κυρίου καὶ νὰ δεχτεῖ ἐκεῖ τὴν θεία κοινωνία. Πρὶν φτάσει ἡ ἡμέρα ἐκείνη, ὀρθόδοξοι κληρικοί, φρόντισαν νὰ τὸν διαφωτίσουν καὶ νὰ τὸν ἀπαλλάξουν ἀπὸ τὴν πλάνη του. Ἀλλὰ καὶ πάλι ὁ Ἰωάννης βρισκόταν σὲ ἀμφιταλάντευση. Τὴν παραμονὴ λοιπὸν τῆς ἡμέρας ποὺ θὰ κοινωνοῦσε, ἄκουσε στὸ ὄνειρό του φωνή, ποὺ τοῦ ἔλεγε ὅτι εἶναι ἀνάξιοι νὰ κοινωνοῦν ὅσοι χωρίζονται ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τῆς ὀρθόδοξης ἐκκλησίας. Τότε ὁ Ἰωάννης πείστηκε ὁριστικά.
Ὅταν ἐπέστρεψε στὴν Αἴγυπτο, μόνασε στὸν τόπο Χοζεβά. Μάλιστα, τόσο πολὺ ἀνέπτυξε τὶς ἀρετὲς τῆς Ὀρθοδοξίας, ποὺ ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε νὰ θεραπεύει δαιμονισμένους μὲ τὴν προσευχή του. Κατόπιν τὸν ἔκαναν ἐπίσκοπο Καισαρείας, ἀλλὰ αὐτὸς ἐπέστρεψε στὸ ἀσκητήριό του, ὅπου καὶ πέθανε εὐεργετώντας ἀναρίθμητες ψυχὲς μὲ τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία του.
  
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx

          


 

Πέμπτη 4 Οκτωβρίου    

      

Ὁ Ἅγιος Ἱερόθεος

      

Ὁ Ἅγιος Ἱερόθεος ἦταν πλατωνικὸς φιλόσοφος καὶ ἕνας ἀπὸ τὰ ἐννέα μέλῃ τοῦ Συμβουλίου τῆς Γερουσίας τοῦ Ἀρείου Πάγου.
Ἀφοῦ δέχθηκε καὶ διδάχθηκε τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, χειροτονήθηκε πρῶτος ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν τὸ 152 μ.Χ.
Μαθητὴς τοῦ ὑπῆρξε ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης, ὁ ὁποῖος στὰ συγγράμματά του πλέκει ἐγκώμια γιὰ τὸν δάσκαλό του.
Ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνῃ σὲ βαθιὰ γεράματα, μετὰ ἀπὸ πολύχρονη ποιμαντικὴ καὶ συγγραφικὴ δραστηριότητα.
Ἡ τίμια κάρα του φυλάσσεται στὸ ὁμώνυμο μοναστῆρι στὰ Μέγαρα Ἀττικῆς. Ἐπίσης λείψανά του σῴζονται στὸ Ἅγιον Ὄρος (Ἱ. Μ. Ἄγ. Παύλου) καθὼς καὶ στὸ παρεκκλήσιο τοῦ Ἄγίου Ἀνδρέα (Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀθηνῶν).
  
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx          

    

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τοῦ Παύλου ἡλίευσαι, ταῖς θεηγόροις πλοκαῖς, καὶ ὅλος γεγένησαι, ἱερωμένος Θεῷ, σοφὲ Ἱερόθεε· σὺ γὰρ φιλοσοφίας, ταῖς ἀκτῖσιν ἐκλάμπων, ὤφθης θεολογίας, ἀκριβοῦς ὑποφήτης· δι’ ἧς μυσταγωγούμεθα, Πάτερ τὰ κρείττονα.
 
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τὸν Ἱεράρχην Ἀθηνῶν ἀνευφημοῦμέν σε
Ὡς μυηθέντες διὰ σοῦ ξέvα καὶ ἄρρητα,
Ἀνεδείχθης γὰρ θεόληπτος ὑμvολόγος.
Ἀλλὰ πρέσβευε παμμάκαρ Ἱερόθεε
Ἐκ παντοίων συμπτωμάτων ἡμᾶς ῥύεσθαι,
Ἵνα κράζωμεν, χαίροις Πάτερ θεόσοφε.
 
Μεγαλυνάριον.
Ἱερογνωσίᾳ καταλαμφθείς, ἱερολογίας, μυστοδότης θεαρχικῆς, ὤφθης τοῖς ἐν κόσμῳ, ὡς Ἀποστόλων σύμπνους· διό σε Ἱερόθεε μεγαλύνομεν.

     

Ὁ Ὅσιος Θεόδωρος Ταμασοῦ

                 

Ἔζησε τὸν πρῶτο αἰῶνα μ.Χ. Καὶ εἶναι ἕνας ἀπὸ τὴν μικρὴ ἐκείνη ἱεραποστολικὴ ὁμάδα, – οἱ ἄλλοι εἶναι οἱ ἅγιοι Ἠρακλείδιος καὶ Μνάσων – ποὺ μὲ κατοικία καὶ ὁρμητήριό τους μιὰ σπηλιὰ στὴν πολυάνθρωπη Ταμασό, ἀνέλαβαν πρῶτοι νὰ διαλύσουν τὰ βαθιὰ σκοτάδια τῆς εἰδωλομανίας, καὶ στὴν θέση τους νὰ ὑψώσουν τὸ σωστικὸ φῶς τοῦ Χρίστου, τὸ ἱλαρὸ φῶς τῆς νέας ζωῆς.
Μέσα γιὰ τὴν ἐπιτυχία τοῦ ὑπέροχου σκοποῦ τους, οἱ τολμηροὶ αὐτοὶ χαλαστάδες τοῦ κακοῦ καὶ χτίστες τῶν ἀρετῶν καὶ τοῦ καλοῦ, εἶχαν μονάχα τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι «τομώτερος ὑπὲρ πᾶσαν μάχαιραν δίστομον».
Μὲ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ κήρυγμα γιὰ τὸν Ἐσταυρωμένο δούλεψαν σκληρὰ οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ ἄνθρωποι.
Δούλεψαν γιὰ τὸ πνευματικὸ ξεσκλάβωμα τῶν συμπατριωτῶν τους καὶ τὴ δημιουργία στὴν πατρίδα τους ἑνὸς καλύτερου κόσμου.
Κόσμου στὸν ὁποῖο ἀντὶ τοῦ μίσους θὰ βασίλευε ἡ ἀγάπη, ἀντὶ τῆς ἀπελπισίας ἡ ἐλπίδα, ἀντὶ τῆς ἀνομίας καὶ τῆς διαφθορᾶς ἡ δικαιοσύνη καὶ ἡ ἀρετή.
Μαζὶ μὲ τοὺς πρώτους αὐτοὺς ξεριζωτὲς τῆς ἀπιστίας καὶ φυτευτές τοῦ δένδρου τῆς πίστεως στὸ προνομιοῦχο νησὶ τῆς Κύπρου ἦταν καὶ ὁ Ἅγιος Θεόδωρος. Ἦταν ἕνας ἀπ’ αὐτούς.
Πατρίδα εἶχε τὴν μεγάλη πολιτεία τῆς Ταμασοῦ, ποὺ ἡ φήμη της τότε ἁπλωνόταν καὶ πέρα ἀπὸ τὴν Ἑλληνικὴ αὐτὴ γωνιὰ ἐξ αἴτιας τοῦ περίφημου χαλκοῦ της καὶ τῶν πλουσίων σὲ τοῦτο τὸ πολύτιμο εὔρημα μεταλλείων της. Οἱ γονεῖς του ἦταν εἰδωλολάτρες. Ὁ πατέρας του μάλιστα εἶχε ὡς ἔργο τὴν ἀγαλματοποιΐα. Κατασκεύαζε ἀγάλματα θεῶν, τὰ ὁποία, ὅταν μεγάλωσε ὁ γιὸς του Θεωνᾶς – αὐτὸ ἦταν τ’ ὄνομά του πρὶν νὰ βαπτισθεῖ – τὰ ἔπαιρνε καὶ τὰ πωλοῦσε στὴν ἀγορὰ καὶ ἀπὸ τὰ χρήματα ποὺ ἔπαιρναν ἀποζοῦσαν.
Μιὰ ἐπιτόπια παράδοση μᾶς ἀναφέρει, πὼς κάποια φορὰ ποὺ ὁ Θεωνᾶς πήγαινε στὴν πόλη γιὰ νὰ πωλήσει τὰ ἀγαλματάκια τοῦ πατέρα του, ποὺ τὰ εἶχε μέσα στὸ «ἰσάτζιν» του (σακίδιο), συνοδευόταν ἀπὸ τὸν φίλο του Μνάσωνα καὶ τὸν δάσκαλο καὶ τῶν δύο, τὸν Ἅγιο Ἠρακλείδιο. Τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες εἶχαν πέσει καταρρακτώδεις βροχὲς καὶ ὁ ποταμὸς Πεδιαῖος (Πιδκιᾶς), ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὰ βουνὰ τοῦ Μαχαιρᾶ, καὶ χωρίζει σήμερα τὸ Πολιτικὸ ἀπὸ τὸ χωριὸ Πέρα, τότε δὲ τὴν Ταμασὸ ἀπὸ τὸ πέραν τοῦ ποταμοῦ Πιδιᾶ τμῆμά της – γι’ αὐτὸ λέγεται καὶ Πέρα — εἶχε κατεβάσει πολὺ νερὸ καὶ εἶχε γίνει ἀδιάβατος. Στὸ θέαμα τοῦ «πολυκύμαντου» νεροῦ ὁ Ἅγιος Ἠρακλείδιος κάλεσε τὸν Θεωνὰ νὰ ρίξει μέσα στὸν ποταμὸ κανένα ἀπὸ τὰ ἀγαλματάκια τῶν θεῶν ποὺ κρατοῦσε, ἴσως καὶ σταματήσουν τὰ νερὰ νὰ τρέχουν, καὶ ἔτσι μπορέσουν νὰ διαβοῦν στὴν ἄλλη μεριά: Βάλε κανένα θεὸ μέσα νὰ ρέξομεν.
Ἔβαλεν ἕναν, ἐπῆρέν τον ὁ ποταμός· ἔβαλεν ἄλλον, ἐπῆρεν τον τζιαὶ τζεῖνον βάλλει ἄλλον, τζιαὶ τζεῖνον τὰ ἴδια. Στὴν ὑστερκᾶν (στὸ τέλος) σύρνει τους μὲ τὸ Ἰσάτζιν ἐπήαν οὔλλοι, τζ’ ὁ ποταμὸς ἐν ἰσταμάτα. Ἐστέκουνταν τζ’ ἐδκιαλοΐζονταν ἴντα λοὴς νὰ ρέξουν. Ὁ ἄης Ἄρα κλείτης τότε ἐποταύρισεν τὸ δεκανίτζιν του (βακτηρία) τζ’ ἐσταύρωσεν τὸμ ποταμὸν ἴσια ἐσταμάτησεν, τζ’ ἐρέξασιν. Τὸ θαῦμα αὐτὸ τοῦ χωρισμοῦ τῶν νερῶν τοῦ Πιδιᾶ πρέπει νὰ ἔγινε φυσικὰ προτοῦ νὰ πιστεύσει στὸν Χριστὸ ὁ Ἅγιός μας. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ προσπάθειά του νὰ σταματήσει τὸ ρεῦμα τῶν νερῶν ἀπέτυχε, ἂν καὶ μέσα σ’ αὐτὸ ἔριξε ὅλα τὰ ἀγαλματάκια τῶν θεῶν, ποὺ τοῦ ἔδωκε ὁ πατέρας του νὰ πωλήσει.
Στὴ νεανικὴ ἡλικία βρίσκουμε τὸν Θεωνὰ νὰ εἶναὶ συνδεδεμένος στενὰ μὲ τὸν Μνάσωνα, ποὺ ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς στὸ βιβλίο του Πράξεις τῶν Ἀποστόλων ἀποκαλεῖ «ἀρχαῖον μαθητήν». Μὲ τὸν Μνάσωνα μάλιστα εἶχαν ἀναλάβει καὶ ἕνα ταξίδι στὴ Ρώμη γιὰ νὰ λύσουν κάποιες διαφορὲς ποὺ εἶχαν δημιουργηθεῖ μεταξὺ τῶν εἰδωλολατρῶν τοῦ Πολιτικοῦ καὶ τοῦ χωρίου Πέρα, ποιὸς ἀπὸ τοὺς ψευδώνυμους θεοὺς τους ἦτο μεγαλύτερος. Ἐκεῖ στὴν πρωτεύουσα τῆς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, ποὺ ἦταν καὶ τὸ κέντρο τοῦ εἰδωλολατρικοῦ κόσμου, οἱ δυὸ φίλοι γνωρίστηκαν μὲ μερικοὺς ἀποστόλους ἀπὸ τοὺς ἑβδομήκοντα. Ποὶοι ἤσαν αὐτοὶ οἱ ἀπόστολοι δὲν γνωρίζουμε. Αὐτὸ ποὺ γνωρίζουμε ἀπὸ τὴν ἀκολουθία τοῦ ὁσίου εἶναι, πὼς οἱ δυὸ Κύπριοι ταξιδιῶτες εἶχαν ἔρθει σὲ ἰδιαίτερη ἐπαφὴ μ’ αὐτούς. Στὶς συναντήσεις ποὺ ἀκολούθησαν οἱ ἀπόστολοι μίλησαν στοὺς δύο φίλους γιὰ τὴν καινούργια πίστη. Ἡ διψασμένη γιὰ τὴν ἀλήθεια ψυχή τους δὲν χόρταινε ν’ ἀκούει τὸν λόγο γιὰ τὸν Ἰησοῦ τὸν Ναζωραῖο. Αὐτὴ ἡ δίψα τοὺς ἔκανε νὰ ἐγκαταλείψουν πολὺ γρήγορα τὴν μεγάλη πόλη Ρώμη, καὶ ἀντὶ νὰ γυρίσουν στὴν πατρίδα τους, τὴν Κύπρο, νὰ τραβήξουν στὰ Ἱεροσόλυμα. Πῆγαν ἐκεῖ γιὰ νὰ συναντήσουν τὸν κορυφαῖο ἀπ’ τοὺς ἀποστόλους, τὸν Πέτρο, ἔτσι τοὺς τὸν εἶπαν, καὶ τὸν ἀγαπημένο μαθητὴ τοῦ Χριστοῦ, τὸν Ἰωάννη τὸν Θεολόγο καὶ Εὐαγγελιστή. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εὐλόγησε τὸν πόθο τους καὶ ἀντάμειψε τὴν ἀγαθὴ διάθεσή τους. Στὴν Ἁγία Πόλη, τὴν Ἱερουσαλήμ, συνήντησαν πραγματικὰ τοὺς δύο ἀποστόλους καὶ ἀπὸ αὐτοὺς ἄκουσαν ὅτι ζητοῦσαν. Ἀπὸ τοὺς αὐτόπτες τούτους μαθητὲς καὶ αὐτήκοους μάρτυρες τοῦ Ἰησοῦ ἔμαθαν «καταλεπτῶς» τὸ περιστατικὸ γύρω ἀπὸ τὴν Γέννηση τοῦ Θείου Βρέφους, τὸ μεγάλωμα καὶ τὴν Βάπτισή του στὸν Ἰορδάνη ποταμό.
Πληροφορήθηκαν ἀκόμη σχετικά τινα γιὰ τὸ ἔργο του, τὴν διδασκαλία καὶ τὰ Θαύματά του, καὶ ἐπίσης γιὰ τὴν ἑκούσια Σταύρωση, τὴν ἐκ νεκρῶν Ἀνάσταση, καὶ ὑστέρα ἀπὸ σαράντα μέρες Ἀνάληψή του στοὺς οὐρανούς. Ἐπίσης ἀπ’ τοὺς ἱεροὺς ἀποστόλους ἔμαθαν, πὼς ὁ Ἰησοῦς θὰ ξανάρθει κάποτε, γιὰ νὰ κρίνει ζώντας καὶ νεκρούς. Νὰ τιμωρήσει τοὺς κακοὺς καὶ νὰ βραβεύσει τοὺς καλοὺς καὶ ἐνάρετους. Ὅλα αὐτὰ οἱ δύο προσήλυτοι τὰ παρακολούθησαν μὲ πολλὴ λαχτάρα. Καὶ ἀφοῦ δέχτηκαν στὸ τέλος καὶ τὸ βάπτισμα, ἀναχώρησαν γιὰ τὴν Κύπρο, γιὰ νὰ συναντήσουν ἐδῶ τοὺς Ἀποστόλους Παῦλο καὶ Βαρνάβα καὶ Μᾶρκο καὶ τὸν ὀπαδὸ τους τὸν Ἠρακλείδιο, ποὺ εἶχαν ἤδη κατηχήσει καὶ βαπτίσει. Οἱ δύο νεοφώτιστοι χριστιανοὶ χαίροντες καὶ ἀγαλλόμενοι γιὰ τὴν εὐλογημένη συνάντηση μὲ τοὺς Ἀποστόλους καὶ τὸν Ἅγιο Ἠρακλείδιο ἀντάλλαξαν μαζί τους χαιρετισμὸ ἀγάπης καὶ παρέμειναν κοντά τους.
Λίγες μέρες μετὰ τὴ συνάντηση οἱ ἀπόστολοι ἀναχώρησαν γιὰ τὴν Πάφο. Τότε, σύμφωνα μὲ τὸ συναξάρι τοῦ Ὁσίου, ὁ μὲν Ἅγιος Μνάσων ἔμεινε μαζὶ μὲ τὸν δάσκαλό του, τὸν Ἅγιο Ἠρακλείδιο, ὁ δὲ Ὅσιος Θεόδωρος ἀποχωρίστηκε καὶ ἀπ’ τοὺς δύο, καὶ ἔζησε μία ἀσκητικὴ ζωή.
Γιὰ τριάντα ὀκτὼ χρόνια ὁ ἱερὸς ἀθλητὴς πάλεψε ἔχοντας σὰν κανόνα τὴν αὐστηρὴ ἐγκράτεια, στήριγμα τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή, περικεφαλαία τὴν ταπεινοφροσύνη καὶ σκοπὸ του τὴν ἐπικράτηση τῆς βασιλείας τοῦ Χριστοῦ στὴν ἀγαπημένη του πατρίδα.
Ἕνας συνεχὴς ἀγῶνας ὑπῆρξε ὁλόκληρη ἡ ζωή του. Τὰ λόγια τοῦ Κυρίου «ἀγωνίζεσθε εἰσελθεὶν διὰ τῆς στενῆς πύλης» ἀντηχοῦσαν κάθε στιγμὴ στ’ αὐτιά του. Ἔτρωγε πολὺ λίγο. Καὶ αὐτὸ τὸ νερὸ ἀκόμα τὸ χρησιμοποιοῦσε κατὰ ἀραιὰ διαστήματα. Ἤθελε τὸν ἑαυτό του ἐλεύθερο καὶ ἀπ’ αὐτὲς τὶς φυσικὲς ἀνάγκες. Τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ τὸν εἶχε φωτίσει ἀπ’ τὴν ἀρχὴ ν’ ἀντιληφθεῖ, πὼς ἡ ἐγκράτεια στὴν τροφὴ εἶναι ἕνα γερὸ χαλινάρι γιὰ νὰ μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ συγκρατεῖ τὶς κατώτερες ὁρμές του. Καὶ δὲν εἶχε ἄδικο. Ἐκεῖνος ποὺ περιφρονεῖ τὴν ἐγκράτεια καταντᾷ κάποιες στιγμὲς νὰ εἶναι σὰν ἄλογο ποὺ δὲν ἔχει χαλινό. Ἡ ἐγκράτεια τῶν τροφῶν ἐξασθενεῖ καὶ τὰ διάφορα πάθη καθὼς καὶ τὶς σαρκικὲς ὁρμές, ποὺ ἀκατάπαυστα βασανίζουν τὸν ἄνθρωπο καὶ μάλιστα στὴ νεανικὴ ἡλικία.
Γιὰ ἐνίσχυση τούτου τοῦ ἀγῶνα του χρησιμοποιοῦσε πλούσια τὸ στήριγμα κάθε εὐγενικῆς προσπάθειας, τὴν προσευχή. Ζωσμένος μὲ σίδερα στὴ μέση περνοῦσε τὶς περισσότερες ὧρες τῆς νύχτας καὶ τῆς ἡμέρας μὲ τὴν σκέψη του στραμμένη στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ τὰ χέρια ὑψωμένα σὲ προσευχή.
Τὸ οἰκοδόμημα τῆς χριστιανικῆς ζωῆς του, ὁ Ἅγιος στήριζε στὴν ταπεινοφροσύνη. «Πᾶς ἃ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται», ἔλεγε συχνὰ στοὺς ἀκροατές του. «Μηδεὶς τὸ ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλὰ τὸ τοῦ ἑτέρου ἕκαστος», πρόσθετε μὲ ἀγάπη καὶ καλοσύνη. Ἔτσι ἡ ζωή του ἔγινε μία ἐπίμονη πορεία πρὸς τὴν ἀρετή, πρὸς τὴν τελειότητα, πρὸς τὴν ἀγαθότητα. Ἀλλὰ καὶ τὸ καλύτερο, τὸ ζωντανότερο κήρυγμα γιὰ κείνους ποὺ τὸν ἐπεσκέπτοντο ἢ ποὺ ἐπισκεπτόταν ὁ ἴδιος.
Ἔτσι ἔζησε ὁ Ὅσιος. Μὲ σύνθημα τὴν ἀρετὴ καὶ βοήθεια τὰ πολλὰ θαύματα ποὺ ἔκαμνε μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, πρόβαλλε πειστικὰ τὸ Ἱερὸ ἔργο ποὺ ἐπιτελοῦσε, τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας ψυχῶν.
Ὅταν ἔφτασε ἡ ὥρα ν’ ἀφήσει τὴν πρόσκαιρη τούτη ζωή, ὁ Ἅγιος προαισθάνθηκε τὸν θάνατό του, κάλεσε κοντὰ του τὸν Ροδῶνα, ἕναν ἀπὸ τὴν Ἱεραποστολικὴ ὁμάδα καὶ τρίτον κατὰ σειρὰ ἐπίσκοπο τῆς ἀρχαίας Ταμασοῦ, καὶ τοῦ ἀνέθεσε νὰ συγγράψει τὰ ἔργα τοῦ Ἁγίου Ἠρακλειδίου καὶ τοῦ Μνάσωνος γιὰ οἰκοδομὴ τῶν πιστῶν. Σ’ αὐτὸν παρέδωκε καὶ ὁ ἴδιος τὰ ἀπομνημονεύματα ποὺ εἶχε γράψει μέχρι τῆς ἡμέρας ἐκείνης γιὰ τοὺς δυὸ Ἁγίους. Ὕστερα φώναξε κοντὰ του μερικὰ ἀπ’ τὰ πνευματικά του παιδιά, τὰ νουθέτησε, τὰ στήριξε μὲ τὴν τελευταία διδασκαλία του καὶ γαλήνιος παρέδωκε τὴν μακαρία ψυχή του στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ στὶς 4 τοῦ Ὀκτώβρη.
Οἱ Ἅγιοι Ἠρακλείδιος καὶ Μνάσων, μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους πιστοὺς ἀδελφούς, μὲ πολλὴ λύπη κήδευσαν τὸ ἅγιο λείψανο καὶ τὸ ἔθαψαν στὸν ἴδιο τάφο, ποὺ εἶχαν θάψει πρωτύτερα καὶ τὸν πατέρα του Χρύσιππο.  

  

Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx
  

Ἡ Ἁγία Δομνίνη ἡ Μάρτυς καὶ οἱ θυγατέρες αὐτῆς Βερνίκη καὶ Προσδόκη

 

Γιὰ τὶς μάρτυρες αὐτὲς ἐγκωμιαστικοὺς λόγους ἔχει πεῖ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, καὶ αὐτὸς εἶναι ποὺ ἔχει καταγράψει τὸ βίο τους.
Ἡ ἄξια Δομνίνα ἦταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια καὶ ἀσπάστηκε τὴν χριστιανικὴ πίστη μαζὶ μὲ τὶς δυὸ θυγατέρες της, τὴν Βερνίκη καὶ τὴν Προσδόκη.
Ὅταν ξεκίνησε ὁ διωγμὸς ἐπὶ Διοκλητιανοῦ, ἡ μητέρα καὶ οἱ δυὸ κόρες της ἀποφάσισαν νὰ παραμείνουν σταθερὲς στὴν πίστη τους. Ὅμως ὁ σύζυγος τῆς Δομνίνης ἦταν εἰδωλολάτρης καὶ ἐκμεταλλευόμενος τὴν σκληρότητα τῶν διωγμῶν προσπαθοῦσε νὰ τὶς πείσει νὰ ἀπαρνηθοῦν τὸν Χριστό.
Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ οἱ Ἁγίες ἀποφάσισαν νὰ φύγουν. Κατέφυγαν στὴν Ἔδεσσα τῆς βόρειας Μεσοποταμίας. Ὅμως, ὁ εἰδωλολάτρης σύζυγος ἔμαθε τὸν τόπο ποὺ κρυβόντουσαν καὶ πῆγε μαζὶ μὲ στρατιῶτες νὰ τὶς συλλάβουν. Στὸν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς ἔκαναν στάση γιατί ἔπεσε ἡ νύκτα καὶ οἱ μὲν στρατιῶτες κοιμήθηκαν ὁ δὲ πατέρας φύλαγε τὴν γυναῖκά του καὶ τὶς κόρες του. Ὅμως σκεφτόμενος ὅτι οἱ στρατιῶτες θὰ ἀτίμαζαν τὶς θυγατέρες του καὶ τὴν γυναῖκα του, τοὺς ἔθεσε τὸν ὄρο ὅτι, γιὰ νὰ τὶς ἀφήσει ἐλεύθερες θὰ ἔπρεπε νὰ πέσουν στὸν ποταμὸ καὶ νὰ πνιγοῦν. Οἱ ἁγίες τὸ δέχτηκαν καὶ κάνοντας τὴν προσευχή τους καὶ ζητώντας συγχώρηση ἀπὸ τὸν Κύριο βάδισαν μὲ βῆμα σταθερὸ στὸν ποταμὸ καὶ ἔθεσαν τέρμα στὴν ζωή τους.

  
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx               

  

Ὁ Ἅγιος Αὔδακτος (ἢ Ἄδαυκτος) ὁ Μάρτυρας καὶ ἡ θυγατέρα του Καλλισθένη

      

Ὁ Αὔδακτος ἦταν ἀπὸ τὴν Ἔφεσο καὶ εἶχε τιμηθεῖ ἀπὸ τὸν Μαξιμίνο με το αξίωμα του επάρχου, διότι ἦταν πολὺ συνετὸς καὶ πλούσιος. Όταν ὅμως ὁ Μαξιμίνος ζήτησε τὴν κόρη του Καλλισθένη γιὰ γυναῖκά του, ὁ Αὔδακτος, μη θέλοντας νὰ τὴ δώσει σ’ ἕναν εἰδωλολάτρη, αρνήθηκε. Τότε, ἅρπαξαν τὰ ὑπάρχοντά του καὶ τὸν ἐξόρισαν στὴ Μελιτινή, ὅπου τὸν ἀποκεφάλισαν. Ἡ δὲ κόρη τοῦ Καλλισθένη, ἀφοῦ κουρεύτηκε καὶ φόρεσε ἀνδρικὰ ροῦχα, κρυβόταν κάπου στὴ Νικομήδεια.
Ὕστερα ἀπὸ ὀκτὼ χρόνια πῆγε στὴν Θρᾴκη. Ἐκεῖ ἔμενε κοντὰ σὲ μιὰ οἰκογένεια, ποὺ εἶχε κόρη μὲ ἄρρωστους τοὺς ὀφθαλμούς. Ἡ Καλλισθένη τὴν θεράπευσε με την προσευχή της στον Κύριο καὶ οἱ γονεῖς της, νομίζοντάς την για άντρα, ζητοῦσαν νὰ τὴν παντρέψουν μὲ τὴ θεραπευμένη κόρη τους. Τότε ἡ Καλλισθένη φανέρωσε τὴν ἀλήθεια γι’ αὐτὴν καὶ ἀφοῦ ὅλοι μαζὶ δόξασαν τὸν Θεό, ἔφυγε.
Τότε ήταν που γνωρίστηκε μὲ τὴν Κωνστάντια, ἀδελφή τοῦ Μ. Κωνσταντίνου, η οποία την βοήθησε και κατόρθωσε, ὄχι μόνο νὰ πάρει πίσω τὴν περιουσία τοῦ πατέρα της, ἀλλὰ καὶ νὰ μεταφέρει τὸ Άγιο λείψανό του ἀπὸ τὴν Μελιτινὴ στὴν Ἔφεσο, ὅπου ἔκτισε Ναὸ στὸ ὄνομά του καὶ ἐναπόθεσε τὸ ἅγιο λείψανό του.
Ἔτσι Ἀποστολικὰ ἀφοῦ ἔζησε τὸ ὑπόλοιπό της ζωῆς της ἡ Καλλισθένη, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

  
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx          

    


 

Παρασκευή 5 Οκτωβρίου


Ἡ Ἁγία Χαριτίνη
     

Ἔζησε στὰ χρόνια του Διοκλητιανοῦ (284 – 305).
Ἦταν χριστιανὴ καὶ δούλη ἑνὸς πλουσίου Ρωμαίου, τοῦ Κλαυδίου. Ὅταν ὁ κόμης Δομέτιος ἔμαθε τὴν πίστη τῆς Χαριτίνης ζήτησε ἀπὸ τὸν Κλαύδιο νὰ τοῦ τὴν στείλει γιὰ νὰ τὴν ἐξετάσει ὁ ἴδιος. Ἡ Ἁγία παρουσιάστηκε στὸν κόμη καὶ χωρὶς νὰ δειλιάσει ὁμολόγησε τὴν ἀληθινὴ πίστη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ Δομέτιος ἐξοργισμένος ἀπὸ τὴν ὁμολογία πίστεως τῆς Χαριτίνης διέταξε τὸν βασανισμό της καὶ στὴν συνέχεια ζήτησε νὰ τὴν ρίξουν στὴ θάλασσα δένοντάς της μία πέτρα στὸ λαιμό.
Ὅμως μὲ τὴν βοήθεια τῆς Θείας Χάρης ἡ Ἁγία ἐπέζησε καὶ παρουσιάστηκε μπροστὰ στὸν Δομέτιο γιὰ νὰ τοῦ ἀποδείξει τὴν παντοδυναμία τοῦ Κυρίου. Παραταύτα ὁ Δομέτιος δὲν πείστηκε καὶ ἀπαίτησε τὸν βασανισμό της ξανά.
Μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο ἡ Ἁγία Χαριτίνη παρέδωσε τὸ πνεῦμά της εἰς τὸν Κύριο.

Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx
         

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείᾳ χάριτι, κραταιωθεῖσα, κράτος ᾔσχυνας, τῆς δυσσεβείας, Χαριτίνη ὑπὲρ φύσιν ἀθλήσασα· ὅθεν χαρίτων πηγὴν ἀδαπάνητον, ὡς γλυκασμὸν ἀναβλύζεις τοῖς κράζουσι. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
  
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Μαρτυρίου αἵμασι πεφοινιγμένη, οὐρανίοις κάλλεσι, καθωραΐσθης εὐπρεπῶς, ὦ Χαριτίνη κραυγάζουσα· Σὺ τῶν Μαρτύρων Χριστὲ ἀγαλλίαμα.
  
Μεγαλυνάριον.
Χάριτος τρυφήσασα θεϊκῆς, χάριτος Μαρτύρων, ἀπεδρέψω τὴν καλλονήν· ὅθεν Χαριτίνη, τῶν οἰκτιρμῶν τοῦ Λόγου, ἐπόμβρησον τὴν χάριν, τοῖς σὲ γεραίρουσι.

  

Ὁ Ἅγιος Ἐρμογένης ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ Θαυματουργὸς

    

Πολλὰ λείψανα ἁγίων καὶ μαρτύρων τῆς πίστεως ποὺ ρίχτηκαν στὴν θάλασσα μὲ τὸν σκοπὸ ν’ ἀφανιστοῦν, τὸ πανάγιο χέρι τῆς Πρόνοιας τοῦ Θεοῦ τά ὁδήγησε νὰ φτάσουν καὶ νὰ βροῦν φιλοξενία καὶ σεβασμό στὸ μαρτυρικό νησί της Κύπρου.
Ἕνας τέτοιος ἅγιος καὶ ἱερομάρτυρας, πού έφθασε στο νησί μέσα σὲ μία κάσα, εἶναι καὶ ὁ μακάριος ἐπίσκοπός τῆς Σάμου, ὁ Ἐρμογένης.
Γεννήθηκε σὲ μία παράλια κωμόπολη τοῦ νόμου Ἀττάλειας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τὴ Φοινικούντα. Πότε ἀκριβῶς, δὲν γνωρίζουμε. Ἐκεῖνο ποὺ γνωρίζουμε εἶναι, πὼς οἱ γονεῖς του ἦταν χριστιανοὶ καὶ μάλιστα εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεοι. Αὐτοὶ φρόντισαν νὰ ρίξουν στὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ τους, ἀπ’ αὐτὴν τὴν περίοδο τῆς βρεφικῆς του ἡλικίας, τὰ σπέρματα τῆς εὐσέβειας καὶ τῆς ἀγάπης στὸν Θεό. Κι ἡ προσπάθειά τους εὐλογήθηκε πλούσια ἀπὸ τὸν Ἐπουράνιο Γεωργό.
Ὁ νεαρὸς Ἐρμογένης στὸ περιεχόμενο τῆς Ἁγίας Γραφῆς βρῆκε ὅτι ζητοῦσε. Τὴν ψυχαγωγία, τὴν ἀληθινὴ μόρφωση, τὴν ἀρετή, τὴν ἀνώτερη ζωή. Στὰ συνομήλικά του παιδιὰ ποὺ ἔρχονταν νὰ τὸν καλέσουν νὰ βγοῦνε ἔξω, γιὰ νὰ πᾶνε νὰ παίξουν, ὁ φιλόθρησκος νέος φρόντιζε πάντα κάτι νὰ βρεῖ, γιὰ νὰ μὴ διακόψει τὴν μελέτη καὶ τὴν ἀπασχόλησή του μὲ τὰ ἱερὰ γράμματα.
Ἔτσι, μαζὶ μὲ τὴν σωματική του πρόοδο ἀναπτυσσόταν παράλληλα καὶ διακρινόταν καὶ ἡ ἀρετή του. Ἡ καρδιά του εἶχε πυρποληθεῖ κυριολεκτικὰ ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ τὶς ἀρχές του τὶς χριστιανικές, τὶς ἀρχὲς ποὺ ἀπέκτησε τόσο ἀπὸ τὶς συμβουλὲς καὶ τὸ καλὸ καὶ ζωντανὸ παράδειγμα τῶν εὐσεβῶν γονιῶν του, ὅσο καὶ ἀπὸ τὴν ὅλη μόρφωσή του, τὶς κράτησε σταθερὰ σὰν τὸν πιὸ πολύτιμο θησαυρό. Καὶ τὸ ἔδειξε ἀπὸ νωρίς.
Νέος ἀκόμη στὴν πιὸ κρίσιμη καμπὴ τῆς ζωῆς του ἔχασε καὶ τοὺς δυὸ γονεῖς του. Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τοὺς κάλεσε κοντά Του. Μόνος καὶ εὐκατάστατος κι εὐπαρουσίαστος καθὼς ἦταν, δοκίμασε τότε δεινοὺς πειρασμούς. Ὅμως ἐπειδὴ θεμελίωσε τὴν ζωή του πάνω στὸν αἰώνιο βράχο, στὴν διδασκαλία καὶ τὸν νόμο τοῦ Εὐαγγελίου, ἔμεινε ἀπρόσβλητος. Συνέβη καὶ μὲ τὸν ἁγνὸ καὶ πιστὸ νέο, ἐκεῖνο ποὺ τονίζει ὁ Κύριος στὴν ἐπὶ τοῦ Ὄρους ὁμιλία του σχετικὰ μὲ τὴν οἰκία τὴ στερεή: «Καὶ κατέβει ἡ βροχὴ καὶ ἦλθον οἱ ποταμοὶ καὶ ἔπνευσαν οἱ ἄνεμοι καὶ προσέπεσον τῇ οἰκίᾳ ἐκείνη καὶ οὐκ ἔπεσε, τεθεμελίωτο γὰρ ἐπὶ τὴν πέτραν». (Ματθ. ζ’ 25).
Δηλαδὴ ᾖρθε ἡ βροχὴ καὶ ξεχύθηκαν οἱ ποταμοὶ τῆς νεροποντῆς καὶ φύσηξαν οἱ δυνατοὶ ἄνεμοι καὶ πέσανε μὲ ὁρμὴ πάνω στὸ σπίτι καὶ αὐτὸ δὲν κρημνίστηκε. Δὲν σάλεψε καθόλου, γιατί θεμελιώθηκε στερεὰ πάνω στὴν πέτρα.
Ὦ! ὅση ἀξία ἔχουν τὰ γερὰ θεμέλια σὲ μία οἰκοδομή, ἄλλη τόση καὶ μεγαλύτερη ἀξία ἔχει ἡ γερὴ θεμελίωση τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου κατὰ τὴν παιδικὴ καὶ νεανική του ἡλικία. Καὶ ἡ κατάλληλη θεμελίωση τοῦ χαρακτῆρα ἐνὸς ἀνθρώπου ἐπιτυγχάνεται, ἂν στηριχτεῖ αὐτὸς στὶς αἰώνιες ἀλήθειες τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Τὸ «ὃ ἐὰν σπείρει ἄνθρωπος, τοῦτο καὶ θερίσει» ἔχει πλήρη τὴν ἐφαρμογή του σὲ τούτη τὴν περίπτωση.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος στὴν παιδικὴ καὶ νεανική του ἡλικία δεχθεῖ στὴν ψυχὴ τὰ σπέρματα μιᾶς ἐνάρετης ζωῆς, τότε ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς στὶς δύσκολες ἡμέρες ποὺ θὰ συναντήσει δὲν θὰ κινδυνεύει νὰ λιποψυχήσει καὶ νὰ παρασυρθεῖ καὶ νὰ καταστραφεῖ. Γιατί εἶναι φυσικὸ στὴν ζωή μας νὰ δοκιμάσουμε οἱ ἄνθρωποι πειρασμοὺς καὶ θλίψεις καὶ παραγνωρίσεις καὶ διωγμοὺς καὶ δοκιμασίες. Εἶναι ἡ βροχὴ καὶ οἱ νεροποντὲς καὶ οἱ ἄνεμοι ποὺ προσβάλλουν ἕνα σπίτι. Ἀπὸ τὴν στιγμὴ ποὺ ὁ ἄνθρωπος ἔβαλε γερὰ θεμέλια, καὶ στήριξε τὸν χαρακτῆρα του στὴ στερεὴ πέτρα τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ, δὲν ἔχει νὰ πάθει τίποτα. Αὐτὸ γίνεται μὲ τὸν καθένα. Αὐτὸ γίνηκε καὶ μὲ τὸν ἁγνὸ κι ἐνάρετο νέο, τὸν Ἐρμογένη.
Στοὺς ποικίλους πειρασμοὺς ποὺ ἀντιμετωπίζει μὲ τὴν ἀφάνειά του ὁ θεοφιλὴς νέος ἀντιτάσσει τὸ ἠθικό του παράστημα καὶ νικᾷ. Διαμοιράζει τὴν περιουσία ποὺ τοῦ ἄφησαν οἱ στοργικοὶ καὶ πλούσιοι γονεῖς του στοὺς πτωχούς, στοὺς ἀδελφούς του Χριστοῦ καὶ κυρίους του, ὅπως τοὺς ὀνόμαζε, καὶ φεύγει.
Ἡ ζωὴ τῶν ἱερῶν ἀγωνιστῶν καὶ μοναστῶν τῆς Αἰγύπτου γιὰ τοὺς ὁποίους εἶχε ἀκούσει τόσα πολλά, τὸν ὁδηγεῖ στὴ χώρα τοῦ Νείλου. Πάει ἐκεῖ νὰ τοὺς γνωρίσει καὶ νὰ διδαχθεῖ ἀπ’ τὸ παράδειγμα καὶ τοὺς ἀγῶνες τους. Πόσο καιρὸ ἔμεινε κοντά τους δὲν ξέρουμε. Ἐκεῖνο ποὺ ἀναφέρει ὁ Συναξαριστής, εἶναι πὼς ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο, ἐπισκέφθηκε ἀργότερα τὶς Ἀθῆνες καὶ μετὰ τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ ὥριμος πιὰ καὶ ὑπόδειγμα ζηλωτοὺ καὶ χρηστοῦ καὶ ἐναρέτου ἀνδρός, κλήθηκε ἀπὸ τὸν ἐκεῖ ἀρχιεπίσκοπο νὰ ἀναλάβει τὸ Ἱερατικὸ ἀξίωμα.
Ὁ θεοφιλὴς ἀσκητὴς θέλησε νὰ ἀρνηθεῖ. Τὸ βάρος τοῦ Ἱερατικοῦ ἀξιώματος καὶ οἱ εὐθύνες μιᾶς ζωῆς ἀφιερωμένης τὸν κάμνουν νὰ δειλιάζει. Ἡ ἐπιμονὴ ὅμως τοῦ ἁγίου ἐπισκόπου τῆς ἱστορικῆς πόλεως, τὸν πείθει στὸ τέλος. Ὁ ταπεινὸς ἐργάτης τοῦ Χριστοῦ θεωρεῖ τὴν ἐπιμονὴ τοῦ πνευματικοῦ πατέρα τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας σὰν ἐντολὴ Θεοῦ καὶ ἀποδέχεται νὰ ἀναλάβει τὴν παρακαταθήκη τῆς Ἱερωσύνης.
Σὲ μικρὸ σχετικὸ διάστημα χειροτονεῖται ἐπίσκοπος καὶ στέλλεται νὰ ποιμάνει τὴν Ἐκκλησία τῆς Σάμου. Ὁ λύχνος εἶχε τεθεῖ πιὰ «ἐπὶ τὴν λυχνίαν».
Ὁ ψυχικὸς πλοῦτος, ἡ πλούσια μόρφωση καὶ ἡ δοκιμασμένη ἀρετὴ τοῦ ἱεροῦ ποιμένα ἔκαμαν, ὥστε σύντομα ὁ Ἐρμογένης νὰ ἀναδειχθεῖ ἀντάξιος τῆς μεγάλης τιμῆς, μὰ καὶ τῆς βαριᾶς εὐθύνης τῆς ἱερωσύνης.
Στὸ πρόσωπό του οἱ χριστιανοὶ τῆς Σάμου βρῆκαν ὅτι ζητοῦσαν. Τὸν φιλόστοργο πατέρα, τὸν φλογερὸ διδάσκαλο, τὸν πρᾶο καὶ ἡσύχιο σύμβουλο, τὸν πιστὸ οἰκονόμο τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ. Νύκτα καὶ ἡμέρα μοχθοῦσε ὁ ἱερὸς πατὴρ στὸ ἔργο τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας καὶ τῆς φιλανθρωπίας. Μὲ λόγια ζωντανὰ δίδασκε τὸν λαό του καὶ πρόβαλλε παντοῦ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Πολλοὶ προσέρχονταν στὴ νέα πίστη. Καὶ ὅλους τοὺς κατεύθυνε μὲ ὑπομονὴ καὶ πραότητα κι ἀνεξικακία. Πολλὰ θαύματα ἀναφέρεται πὼς ἔκαμε, μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσει καὶ παρηγορήσει τὸν πονεμένο λαό του. Πολλὰ συγγράμματα ἀκόμη ἔγραψε, συγγράμματα ἀξιομνημόνευτα, γιὰ νὰ διαφωτίσει καὶ νὰ στηρίξει, μὰ καὶ νὰ ὑπερασπίσει τὴν χριστιανικὴ ἀλήθεια ἀπὸ τὴν αἵρεση τοῦ Ἀρείου καὶ τῶν ἄλλων αἱρετικῶν, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν εἰδωλολατρία, ἡ ὁποία εἶχε ἀκόμη πολλοὺς ὀπαδούς. Σὲ ἀξιοζήλευτο βαθμὸ ὁ ἅγιος ἐπίσκοπος ὀργάνωσε καὶ τὴν φιλανθρωπία.
Ἔτσι ἀναδείχθηκε κατὰ τὸν ἱερὸ ὑμνογράφο «σκεῦος ἐκλεκτὸν ἅγιον τῷ Κυρίῳ, ἱερωσύνης κανών, τῆς ἐγκράτειας ἀληθὲς καταγώγιον, στάθμη τῆς σωφροσύνης, τῶν ἀρετῶν θησαυρός, ἐλεημοσύνης πηγὴ βρύουσα» ἀλλὰ καὶ «ὁ στηρίζων τοὺς πιστοὺς πρὸς εὐσέβειαν καὶ ὁ ἐπακούων ἀσθενῶν ταὶς δεήσεσι καὶ ὁ παρέχων πᾶσι τὴν ὑγείαν καὶ ρώσιν καὶ χάριν πάντοτε».
Ἔτσι ὁ «λύχνος ὁ διαυγέστατος» λάμπρυνε τὴν ἱερὴ στολὴ καὶ ἀναδείχθηκε διαπρύσιος κήρυκας τῶν διαταγμάτων τοῦ Χριστοῦ.
Στὰ μάτια του μπροστὰ εἶχε πάντοτε τὴν σύσταση τοῦ θείου Παύλου, πρὸς τὸν Τιμόθεο: «Τὴν παρακαταθήκην φύλαξον» (Α’ Τιμοθ. δ’ 20).
Φύλαξε, Τιμόθεε, τὴν παρακαταθήκη τῶν ἀληθειῶν τοῦ Εὐαγγελίου.
Φύλαξέ την ἀνόθευτη καὶ ἀκέραιη.
Καὶ τὴν φύλαξε ὁ Τιμόθεος.
Τὴν φύλαξε ὅμως κι ὁ ἱερὸς Ἐρμογένης. Τὴν φύλαξε μέχρι θανάτου. Στὴν σκέψη του ὁ μακάριος πατὴρ ἔφερνε συχνά, πολὺ συχνὰ, τοῦ Κυρίου τὰ λόγια: «Ὁ ποιμὴν ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβὰτων (Ἰωάν. ι’ 11). Καὶ τὴν θυσίασε τὴν ζωή του, γιὰ νὰ σώσει καὶ νὰ διαφυλάξει τὰ πρόβατά του. Τὰ χρόνια ἐκεῖνα ἦταν χρόνια πολὺ δύσκολα.
Ἀπὸ τὴν μία οἱ αἱρετικοί, καὶ μάλιστα τοῦ Ἀρείου οἱ ὀπαδοί, ἀπὸ τὴν ἄλλη οἱ Ἰουδαῖοι καὶ οἱ εἰδωλολάτρες δίωκαν ἄγρια τοὺς πιστοὺς χριστιανούς. Δὲν τοὺς ἐμπόδιζαν μόνο ἀπὸ τοῦ νὰ ἐπιτελέσουν τὰ Θρησκευτικά τους καθήκοντα, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἔπιαναν καὶ σὰν ἄκακα ἀρνία τοὺς ὁδηγοῦσαν στὴν σφαγὴ καὶ τὸν μαρτυρικὸ θάνατο.
Γι' αὐτὸ καὶ πολὺ κακοπαθοῦσαν ἐκεῖνο τὸν καιρὸ οἱ πραγματικοὶ ποιμένες.
Κάθε μέρα ἔβλεπαν «τὴν ζωήν των κρεμαμένην κατέναντι τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν».
Μὲ κίνδυνο τῆς ζωῆς τους ἔπρεπε νὰ τρέχουν παντοῦ γιὰ νὰ ἐνθαρρύνουν, νὰ στηρίζουν, νὰ παρηγορήσουν, νὰ συγκρατήσουν. Αὐτὸ ἔκαμε καὶ ὁ ἀληθινὸς ποιμήν, ὁ θεόπεμπτος Ἐρμογένης.
Ἐνθουσιώδης καὶ φλογερὸς καὶ ἀκούραστος κινεῖται μὲ ζῆλο ὅπου τὸν καλοῦσε τὸ καθῆκον, γιὰ νὰ φυλάξει καὶ ἐνισχύσει τὰ πνευματικά του παιδιά. Νύκτες ξαγρυπνᾷ γιὰ νὰ ἐμφυσήσει στὶς καρδιὲς τὸ θάρρος καὶ τὴν ἐμμονὴ στὰ πνευματικά τους βιώματα. Μὲ ὑπομονὴ καὶ γενναιοψυχία τοὺς τονίζει κάθε στιγμὴ τὴν χαρὰ ποὺ θὰ ἀπολαμβάνουν οἱ ψυχὲς τῶν πιστῶν στὴν οὐράνια καὶ αἰώνια βασιλεία τοῦ Θεοῦ. «Οὐκ ἄξια τὰ παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρὸς τὴν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς" (Ρωμ. η’ 18).
Παιδιά μου, τοὺς ἔλεγε, αὐτὰ ποὺ θὰ ὑποφέρουμε κατὰ τὸ διάστημα τοῦτο τῆς ζωῆς τῆς ἐπιγείας, δὲν εἶναι ἄξια κατὰ κανένα τρόπο νὰ συγκριθοῦν πρὸς τὴν δόξα, ποὺ μέλλει ν’ ἀποκαλυφθεῖ καὶ νὰ δοθεῖ βραβεῖο σ’ ἐμᾶς. Πιστοὶ στὸν οὐράνιο Ἀρχηγό μας, ἃς μείνουμε μέχρι θανάτου. Κι ἔμεινε πρῶτος αὐτός.
Γιατί, ὅπως ἦταν φυσικό, ἡ δράση του δὲν μποροῦσε νὰ μὴ γίνει γνωστή. Φανατικοὶ εἰδωλολάτρες ἔσπευσαν νὰ καταγγείλουν τὸν ζηλωτὴ ἐπίσκοπο στὸν ἡγεμόνα τῆς Σάμου Σαντορνῖνο.
Κι αὐτὸς μανιώδης διώκτης τῆς νέας πίστεως ἅρπαξε τὴν εὐκαιρία νὰ καλέσει τὸν ἅγιο μπροστά του σὲ ἀπολογία.
Πληροφορημένος γιὰ τὴ μόρφωση καὶ τὴν φιλανθρωπία του δοκίμασε στὴν ἀρχὴ νὰ τοῦ δείξει κάποια καλοσύνη μὲ τὴν ἐλπίδα, πὼς μποροῦσε νὰ τὸν φιλοτιμήσει καὶ τὸν παρασύρει στὴν εἰδωλολατρία.
- Ἔμαθα, τοῦ εἶπε, πὼς ἐσὺ ἕνας τόσο μορφωμένος ἄνθρωπος ἔπαψες νὰ ἀποδίδεις τιμὴ καὶ σεβασμὸ στοὺς μεγάλους θεοὺς ποὺ δεχόμαστε ὅλοι καὶ πιστεύεις καὶ διδάσκεις καὶ ἄλλους νὰ πιστεύουν γιὰ Θεὸ κάποιο Ἰουδαῖο Ἰησοῦ, ποὺ τὸν σταύρωσαν οἱ συμπατριῶτες του.
Ἔμαθα ἀκόμη πὼς εἶσαι καὶ διδάσκαλος τῶν χριστιανῶν καὶ ἀρχιερέας τους. Δυσκολεύτηκα νὰ τὸ πιστέψω. Γι’ αὐτὸ καὶ σὲ κάλεσα νὰ μάθω ἀπὸ σένα τὸν ἴδιο τὴν ἀλήθεια. Τί λές;
- Ναί! Ἄρχοντά μου. Εἶμαι χριστιανός. Γιατί θεοί, δὲν μποροῦν νὰ εἶναι οἱ πέτρες καὶ τὰ ξύλα, ποὺ λατρεύετε. Αὐτὰ εἶναι ἀνθρώπινα κατασκευάσματα. Ἔχουν μάτια καὶ δὲν βλέπουν. Ἔχουν αὐτιά, μὰ δὲν ἀκούουν. Δὲν καταλαβαίνουν. Δὲν αἰσθάνονται. Ὁ Θεὸς τῶν χριστιανῶν καὶ Θεός μου εἶναι Αὐτὸς ποὺ δημιούργησε ὅλον τὸν κόσμο καὶ ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους. Αὐτὸς γιὰ τὴ δική μας τὴν σωτηρία, ἐπειδὴ ξεφύγαμε ἀπὸ τὸν δρόμο ποὺ μᾶς χάραξε, γιὰ νὰ εἴμαστε εὐτυχισμένοι, ἔστειλε στὸν κόσμο τὸν Μονογενὴ Υἱό του, γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσει καὶ πάλι στὸν ἴσιο δρόμο.
Ἦλθε ὁ Χριστὸς καὶ μᾶς δίδαξε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ μᾶς ἔδωκε τὰ μέσα νὰ σωθοῦμε.
- Πάψε, Ἐρμογένη. Ἄφησε τὰ παραμύθια καὶ ἔλα νὰ θυσιάσεις στοὺς μεγάλους θεούς, γιὰ νὰ γλιτώσεις τὴν περιουσία σου καὶ τὴ ζωή σου.
- Περιουσία δὲν ἔχω ἄρχοντά μου. Οἱ βοήθειες ποὺ δίνω στοὺς φτωχοὺς καὶ πεινασμένους δὲν εἶναι δικά μου πλούτη. Ὅσο γιὰ τὴν ζωή μου, ἀνήκει στὸν Κύριό μου.
Μανιασμένος ὁ τύραννος ἀπὸ τὸ ψυχικὸ μεγαλεῖο τοῦ χριστιανοῦ ἐπισκόπου νόμισε, πὼς μόνο μὲ τὴ βία θὰ μποροῦσε νὰ τὸν καταβάλει. Ἡ ἀδυναμία του στὰ ἐπιχειρήματα τὸν ἔκαμε ἀκόμη πιὸ ἀδύνατο στὴν καρδία. Γι’ αὐτὸ καὶ διέταξε νὰ βασανίσουν τὸν ὁμολογητὴ μέχρι ποὺ νὰ μετανιώσει καὶ νὰ ζητήσει συγγνώμη. Δὲν μποροῦσε νὰ καταλάβει ὁ δυστυχισμένος, πὼς ἡ ἄρνηση καὶ ἡ προδοσία δὲν ἔχουν θέση στὴν καρδιὰ τῶν γνήσιων χριστιανῶν.
Οἱ στρατιῶτες ποὺ στέκονταν ἐκεῖ, στὴν προσταγὴ τοῦ ἄρχοντά τους ἅρπαξαν ἀμέσως τὸν γέροντα ἐπίσκοπο, τοῦ ἔδεσαν τὰ χέρια πίσω, τὸν ἔριξαν κάτω στὴ γῆ καὶ ἄρχισαν νὰ τὸν κτυποῦν μὲ δερμάτινα μαστίγια. Οἱ σάρκες τοῦ ἱεροῦ ἀθλητῆ ξεσχίζονταν. Τὰ αἵματα τρέχουν καὶ ποτίζουν τὴν γῆ. Μὰ αὐτὸς ἀλύγιστος καὶ ἄφοβος δέχεται τὴν κάκωση μὲ προσευχὴ καὶ δοξολογία τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ.
Κάποια στιγμὴ σ’ ἕνα νεῦμα τοῦ ἡγεμόνα οἱ στρατιῶτες σταμάτησαν. Κι αὐτὸς μὲ ὑποκριτικὴ στενοχώρια ἀπευθύνεται στὸν ἅγιο καὶ τὸν ρωτᾷ:
- Τί λὲς ἐπίσκοπε; Σωφρονίστηκες ἢ ἀκόμη;
Κι ὁ ἅγιος μὲ θάρρος καὶ γενναιότητα ψυχῆς τοῦ ἁπαντά:
- Ἄρχοντα, τὰ μέσα ποὺ χρησιμοποιεῖς, δὲν μὲ πονοῦν, οὔτε καὶ μὲ τρομάζουν. Ὁ Χριστός μου, μᾶς παραγγέλλει νὰ μὴ δειλιάζουμε ἀπὸ ἐκείνους ποὺ θανατώνουν τὸ κορμί μας, ἀλλὰ εἶναι ἀδύνατοι νὰ βλάψουν τὴν ψυχή μας. Συνέχισε τὰ βασανιστήρια ποὺ ἔχεις στὴ διάθεσή σου. Θαρρῶ, πὼς οἱ ἄνθρωποί σου θὰ κουραστοῦν νὰ βασανίζουν, παρὰ ἐγὼ νὰ ὑπομένω.
Τὰ λόγια του Μάρτυρος προκάλεσαν ἀκόμη περισσότερο τὴν ὀργὴ τοῦ ἡγεμόνα, ποὺ πρόσταξε νὰ κρεμάσουν τὸν ἅγιο ψηλὰ σ’ ἕνα ξύλο καὶ μὲ νύχια σιδερένια νὰ τοῦ σχίζουν τὶς πλευρὲς καὶ ὕστερα μὲ λαμπάδες ἀναμμένες νὰ τοῦ καῖνε τὶς σάρκες.
Καὶ τὸ νέο μαρτύριο τὸ δέχτηκε ὁ ἐπίσκοπος μὲ τὴν ἴδια παρρησία καὶ ὑπομονή.
Στὸ τέλος ὁ ἄρχοντας γιὰ νὰ δικαιολογήσει τὴν ἀδυναμία του, διατάζει νὰ ρίψουν τὸν ἱερομάρτυρα στὴν φυλακὴ καὶ ν’ ἀσφαλίσουν τὰ πόδια του στὸ ξύλο, στὸν τράχηλό του δὲ νὰ βάλουν μία βαριὰ ἁλυσίδα. Οἱ δήμιοι ἐξετέλεσαν πιστὰ τὴν προσταγὴ τοῦ κυρίου τους καὶ ἔφυγαν. Διπλὴ φρουρὰ ἀνέλαβε νὰ προσέχει τὸν καταπληγωμένο ἀθλητή.
Μέσα στὸ πηκτὸ σκοτάδι καὶ τὴν ἀποπνικτικὴ ἀτμόσφαιρα τοῦ κελιοῦ στὸ ὁποῖο ρίχτηκε ὁ ἅγιος, μιὰ γλυκιὰ φωνὴ ἀκούγεται σὲ λίγο:
«Ὁ Θεός μου, μὴ μακρύνης ἀπ’ ἐμοῦ· ὁ Θεός μου, εἰς τὴν βοήθειάν μου πρόσχες, αἰσχυνθήτωσαν καὶ ἐκλιπέτωσαν οἱ ἐνδιαβάλλοντες τὴν ψυχήν μου, περιβαλέσθωσαν αἰσχύνην καὶ ἐντροπὴν οἱ ζητοῦντες τὰ κακά μοι». (Ψαλμ. ο’ 12 – 13).
Τὸ μεσονύκτιο ἐκεῖ ποὺ ὁ ἅγιος ἔψαλε καὶ προσευχόταν, δυνατὸς σεισμὸς συνεκλόνισε τὴ φυλακή.
Τὰ δεσμὰ τοῦ μάρτυρος λύθηκαν καὶ ἕνα φῶς ἔλαμψε καὶ φώτισε τὰ γύρω. Μέσα στὸ φῶς μία γλυκιὰ μορφὴ πρόβαλε, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ μορφὴ ἀνάμεσα σὲ πλῆθος ἀπὸ ἀγγέλους καὶ μία φωνὴ δυνατὴ ἀκούστηκε νὰ λέγει:
«Χαῖρε, ἱερομάρτυς Ἐρμόγενες· ἀνδρίζου καὶ δυναμώνου καὶ μὴ φοβᾶσαι. Δὲν σὲ ἐγκαταλείπω. Κοντά σου θὰ εἶμαι πάντα».
Μετὰ τὰ λόγια αὐτὰ ἡ μορφὴ τοῦ Κυρίου χάθηκε, ἐνῷ μία εὐωδία πλήρωσε ὅλα τὰ κελιὰ καὶ ὁ ἅγιος θεραπεύτηκε ἀπὸ τὶς πληγές, ὥστε νὰ μὴ φαίνεται σημάδι ἀπὸ τὶς κακώσεις.
Τὴν ἄλλη μέρα οἱ στρατιῶτες ποὺ ᾖρθαν νὰ πάρουν τὸν ἅγιο δὲν πίστευαν στὰ μάτια τους. Τὸ κελὶ ἀνοικτό, οἱ φρουροὶ ἀπ’ ἔξω τρομαγμένοι καὶ ὁ ἐπίσκοπος τελείως καλά.
Ὅταν ὁ ἄρχοντας τὸν εἶδε ταράχθηκε, καθὼς καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἦταν γύρω του.
Ἔκρυψε ὅμως τὴν ταραχή του καὶ μὲ προσποιητὴ λύπη προσπάθησε νὰ δικαιολογηθεῖ γιὰ τὰ βασανιστήρια στὰ ὁποῖα τὸν ὑπέβαλε τὴν προηγούμενη μέρα.
- Ἔλα, τοῦ λέγει, Ἐρμογένη. Μετανόησε ἔστω καὶ τώρα, γιὰ νὰ πάρεις τὴν ἐλευθερία σου. Ἀλλιῶς...
Στὴ νέα ἀπειλὴ τοῦ ἄρχοντα μὲ φανερὴ ἀηδία καὶ περιφρόνηση, ἀπήντησε ὁ δοῦλος τοῦ Χριστοῦ:
- Πάψε, ἀλιτήριε, νὰ μὲ κολακεύεις καὶ νὰ μὲ ἀπειλεῖς. Οἱ κολακεῖες καὶ οἱ ἀπειλές σου δὲν μὲ συγκινοῦν. Οὔτε καὶ μὲ τρομάζουν. Καὶ ἔπρεπε νὰ τὸ καταλάβεις. Καὶ ὁ θάνατος τὸν ὁποῖο μοῦ προβάλλεις σὰν ἐπιστέγασμα τῶν κακώσεών μου, δὲν μὲ ταράζει. Ὁ θάνατος εἶναι γιὰ μᾶς τοὺς χριστιανοὺς λύτρωση καὶ εὐεργεσία, γιατὶ μᾶς ὁδηγεῖ μία ὥρα πιὸ γρήγορα κοντὰ στὸν Κύριο καὶ Θεό μας. «Οὐκ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν». Εἶμαι χριστιανὸς καὶ θὰ μείνω χριστιανός.
Ὁ Σαντορνῖνος σηκώθηκε ἀμέσως ἐξαγριωμένος καὶ ἔδωσε ἐντολὴ γιὰ νέα βασανιστήρια. Οἱ δήμιοι ἔφεραν στὴν στιγμὴ ἄγρια ἀλόγα καὶ ἔδεσαν τὸν γέροντα ἐπίσκοπο σ’ αὐτά, γιὰ νὰ τὸν σύρουν στὴν γῆ μέχρι ποὺ νὰ διαλυθοῦν τὰ μέλη του. Τὰ ἄλογα ὅμως σὰν ἔνοιωσαν πίσω τους τὸ θῦμα ἡμέρεψαν καὶ στάθηκαν.
- Μέγας ὁ Θεὸς τῶν χριστιανῶν, φωνάζουν τὰ πλήθη. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός.
Καὶ ὁ ἅγιος μὲ θρησκευτικὴ κατάνυξη σηκώνει τὰ χέρια του καὶ ψάλλει: «Κύριος ἐμοὶ Βοηθὸς καὶ οὐ φοβηθήσομαι τί ποιήσει μοι ἄνθρωπος; Οὐ φοβηθήσομαι κακά, ὅτι σὺ Κύριε, μετ’ ἐμοῦ εἰ».
Ἡ προσευχὴ καὶ ἡ ψαλμῳδία δίνει δύναμη στὴν ψυχὴ τοῦ μάρτυρα. Ἕτοιμος εἶναι νὰ δεχθεῖ τὰ πάντα γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Μιὰ μυστικὴ καὶ ἀνεξήγητη, ἀπὸ πλευρᾶς ἀνθρωπίνης, γαλήνη ἔχει πλημμυρίσει τὸν ψυχικό του κόσμο, ποὺ τὸν κάνει νὰ μὴν ὑπολογίζει καὶ νὰ μὴ φοβᾶται τίποτα.
Τὸ βλέπει ὁ τύραννος. Δὲν ἔχει χορτάσει ὅμως ἀπὸ αἷμα. Μὲ λύσσα ποθεῖ νὰ ξεσχίσει τὸ θῦμα του καὶ νὰ τὸ κάμει χίλια κομμάτια καὶ τὸ ὑποβάλλει σὲ νέα βασανιστήρια. Τὸν τρυποῦν μὲ πυρωμένες σοῦβλες. Τὸν ρίχνουν κάτω ἀπὸ ἕνα γκρεμὸ καὶ στὸ τέλος τὸν ἀποκεφαλίζουν.
Προτοῦ ἀποθάνει ὁ μακάριος ἀθλητὴς ἐκεῖ στὸν τόπο τῆς καταδίκης του γονάτισε. Ἀνέπεμψε θερμὴ μία προσευχή. Εὐχαρίστησε τὸν Κύριο ποὺ τὸν βοήθησε καὶ τὸν ἀξίωσε νὰ πεθάνει γιὰ τὴ δόξα του. Δεήθηκε νὰ συγχωρήσει τοὺς δήμιούς του καὶ νὰ χαρίσει στὴν Ἐκκλησία του τὴν εἰρήνη καὶ στοὺς πιστοὺς ἀγάπη καὶ παρρησία καὶ πίστη.
Ὕστερα ἔκλινε τὰ κεφάλι. Ἡ μάχαιρα τοῦ δημίου ἔπεσε βαριὰ καὶ χώρισε τὸ σῶμα σὲ δυό.
Τὴ νύχτα θαρραλέοι χριστιανοὶ πῆγαν στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου, πῆραν τὸ ἅγιο λείψανο καὶ ἀφοῦ τὸ ἔπλυναν μὲ τὰ μύρα τῆς ἀγάπης τους, τὸ ἕντυσαν καὶ τὸ ἔβαλαν μέσα σὲ μιὰ κάσα μαζὶ μὲ τὴν ἁγία κάρα.
Ἔπειτα ἀφοῦ τὸ ἀσφάλισαν, τὸ ἐμπιστεύτηκαν στὴ θάλασσα. Τὸ ἔρριψαν σ’ αὐτή, γιὰ νὰ μὴ τὸ ἀφανίσουν οἱ ἐχθροί.
Καὶ ἡ θάλασσα σὰν στοργικὴ μάνα φύλαξε τὸ ἅγιο σκήνωμα τοῦ ἱερομάρτυρος καὶ μετὰ ἀπὸ καιρὸ τὸ ἔφερε μὲ τὰ κύματά της καὶ τὸ ἐναποθέτησε ἁπαλὰ στὴν ἀκρογιαλιὰ τοῦ Κουρίου.
Ἐδῶ τὸ βρῆκαν οἱ χριστιανοὶ τῆς πόλεως. Μὲ δάκρυα καὶ τιμὲς τὸ σήκωσαν καὶ μὲ ἐξόδιους ὕμνους τὸ πήρανε καὶ τὸ θάψανε ἐκεῖ στὴν Ἐπισκοπή.
Δίπλα στὸν τάφο ἡ ἀγάπη τους ἀνήγειρε μετὰ ἀπὸ καιρὸ ἕνα ὄμορφο ναό, ποὺ ὑπάρχει ὡς τὰ σήμερα. Τὰ θαύματα τοῦ καλοῦ ποιμένος συνεχίζονται σὲ ὅσους μὲ εὐλάβεια καὶ πίστη προσφεύγουνε στὴ χάρη του καὶ ζητᾶνε τὴ μεσιτεία του.
Εὐλογημένοι ποὺ ἔχουν τόσους ἁγίους φρουροὺς καὶ πρεσβευτές.
Στὶς ἱερὲς καὶ μακάριες αὐτὲς μορφὲς ἂς καταφεύγει κάθε πονεμένη ψυχή.
Σ' αὐτὲς ἂς καταφεύγουμε τοῦτο τὸν καιρὸ ἰδιαίτερα καὶ ὅλοι ἐμεῖς.
Μὲ πίστη φλογερὴ ἂς καταφεύγουμε κι ἂς τοὺς ζητᾶμε νὰ δέονται θερμότερα γιὰ μᾶς, γιὰ νὰ λυτρωθοῦμε ἀπὸ τὶς ποικίλες δοκιμασίες καὶ τοὺς φοβεροὺς ἐχθροὺς ποὺ μᾶς κυκλώνουν.
Ἂς προσπαθοῦμε ν’ ἀντλοῦμε συχνὰ ἀπὸ τὴ ζωή τους παρηγοριὰ κι ἐνίσχυση στὶς θλίψεις ποὺ μᾶς βρῆκαν.
Στ’ αὐτιά μας ἂς βοᾷ πάντα δυνατὰ καὶ τοῦ θείου Ἀποστόλου ἡ σύσταση:
«Τοιγαροῦν καὶ ἡμεῖς, τοσούτον ἔχοντες περικείμενον ἡμῖν νέφος μαρτύρων, ὄγκον ἀποθεμένοι πάντα καὶ τὴν εὐπερίστατον ἁμαρτίαν, δι’ ὑπομονῆς τρέχωμεν τὸν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν Ἰησοῦν» (Ἑβρ. ιβ’ 1 – 2).
Δηλαδή, καὶ ἐμεῖς, ἀφοῦ ἔχουμε γύρω μας ἕνα τόσο μεγάλο σύννεφο ἀπὸ μάρτυρες, ἂς ἀποτινάξουμε μακριά μας κάθε βάρος ἀπὸ τὶς καταθλιπτικὲς μέριμνες τῆς ζωῆς καὶ προπαντὸς τὴν ἁμαρτία, ποὺ εὔκολα μᾶς ἐμπλέκει στὰ δίχτυα της.
Ναί! ἂς ἀποτινάξουμε τὴν ἁμαρτία καὶ ἂς τρέχουμε τὸ ἀγώνισμα τοῦ δρόμου ποὺ εἶναι μπροστά μας, μὲ τὰ μάτια προσηλωμένα στὸν ἀρχηγὸ καὶ ἱδρυτὴ τῆς πίστεώς μας, τὸν Χριστό. Τὸν Χριστὸ ποὺ μὲ τὴ χάρη Του μᾶς προστατεύει καὶ μᾶς χειραγωγεῖ στὸν δρόμο τῆς τελειότητας.
Σὲ τοῦτο τὸ νέφος τῶν μαρτύρων καὶ τῶν ἁγίων τῆς Κύπρου μας, ἰδιαίτερη ἀκτινοβολία καὶ λάμψη σκορπᾷ μὲ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴ θυσία του ὁ μακάριος Ἐρμογένης.
Καὶ αὐτός, μαζὶ μὲ τοὺς τόσους ἄλλους ἁγίους, ποὺ περίλαμπρα κοσμοῦν τὸ χριστιανικὸ Πάνθεο, μὲ ξέχωρη ἀγάπη καὶ στοργὴ μᾶς καλεῖ καὶ μᾶς τονίζει καὶ μᾶς συνιστᾷ νὰ σταθοῦμε ἀλύγιστοι καὶ ἀνυποχώρητοι νὰ συνεχίσουμε πιστοὶ μέχρι θανάτου τὸν ἀγῶνα μας. Τὸν ἱερὸ καὶ ὑπέροχο ἀγῶνα μας γιὰ τὴν ἐπικράτηση στὸν κόσμο τοῦ θησαυροῦ τῆς Ὀρθοδοξίας μας καὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
  
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx

       

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Τοῦ Φοίνικος ὁ κλάδος, καὶ Σαμίων τὸ στήριγμα, φύλαξ καὶ φρουρὸς τῶν Κυπρίων, Ἐρμόγενες Πατὴρ ἡμῶν ἀναδειχθεὶς τὴν Θάλασσαν διῆλθες ὥσπερ ζῶν, καὶ ταύτης τρικυμίας χαλινῶν, θαυμασίως λάρνακά σου Ἐπισκοπῇ τῇ πόλει κατεστήριξας, δόξα τῷ οὕτως εὐδοκήσαντι Θεῷ, δόξα τῷ σὲ ὁδηγήσαντι. Δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.
 
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τῶν Σαμίων καύχημα καὶ τῶν Κυπρίων τὸ κλέος, Ἐρμογένη ἅπαντες ἀνευφημήσωμεν ὕμνοις οὗτος γὰρ τὴν τῆς Τριάδος ἔλαβεν αἴγλην, καὶ ὡς ἥλιος φωτίσας τὴν Οἰκουμένην ὃν προθύμως ἀνυμνοῦμεν καὶ προσκυνοῦμεν, λέγοντες χαῖρε, θαυματοφόρε Ἐρμόγενες Ὅσιε.
    

            


 

Σάββατο 6 Οκτωβρίου

    

Ὁ Ἅγιος Θωμᾶς ὁ Ἀπόστολος

      

Ἦταν μεταξὺ τῶν δώδεκα μαθητῶν τοῦ Κυρίου καὶ ἀνῆκε σὲ οἰκογένεια ἁλιέων.
Ὁ Θωμᾶς, λοιπόν, μετὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν πρώτη ἐμφάνισή Του στοὺς μαθητές, δυσπιστοῦσε σ’ αὐτὰ ποὺ τοῦ ἔλεγαν αὐτοί. Ἀλλὰ ὁ Κύριος ἐπανεμφανίστηκε στοὺς μαθητὲς μέσα στὸ ὑπερῷον, ὅταν μεταξὺ τους βρισκόταν καὶ ὁ Θωμᾶς. Τότε ὁ Κύριος προέτρεψε τὸν Θωμᾶ νὰ ψηλαφήσει τὶς πληγὲς ἀπὸ τὰ καρφιὰ ποὺ Τὸν σταύρωσαν, καὶ νὰ μὴ γίνεται ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός.
Ἐκθαμβωμένος ὁ Θωμᾶς, προσκύνησε καὶ ἀνεβόησε: «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου». Ἡ δὲ ἀπάντηση τοῦ Κυρίου ἦταν τέτοια, ποὺ θὰ διδάσκει ὅλους ὅσους δυσπιστοῦν στὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου. Εἶπε, λοιπόν, ὁ Κύριος: «ὅτι ἐώρακάς με, πεπίστευκας, μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες». Δηλαδή, λέει ὁ Κύριος στὸν Θωμᾶ, πίστεψες ἐπειδὴ μὲ εἶδες. Μακαριότεροι καὶ περισσότερο καλότυχοι εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ ἂν καὶ δὲν μὲ εἶδαν, πίστεψαν.
Ἡ παράδοση ἀναφέρει ὅτι ὁ Θωμᾶς μετὰ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πῆγε καὶ κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο στοὺς Πέρσες, Μήδους καὶ Ἰνδούς. Στὴν χώρα δὲ τῶν τελευταίων, μαρτύρησε μὲ θάνατο διὰ λογχισμού. Ἔτσι, τὸν ἀξίωσε ὁ Θεὸς ὄχι μόνο νὰ κηρύξει τὸ Εὐαγγέλιό Του, ἀλλὰ καὶ νὰ δώσει τὴ ζωή του γι’ Αὐτόν.

   
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx
  
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς θεῖος Ἀπόστολος, θεολογίας κρουνούς, ἐνθέως ἐξήντλησας, ἐκ λογχονύκτου πλευρᾶς, Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Ὅθεν τῆς εὐσεβείας, κατασπείρας τὸν λόγον, ἔλαμψας ἐν Ἰνδίᾳ, ὡς ἀκτὶς οὐρανία, Θωμᾶ τῶν Ἀποστόλων, τὸ θεῖον ἀγλάϊσμα.
 
Κοvτάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὁ τῆς θείας χάριτος πεπληρωμένος, τοῦ Χριστοῦ Ἀπόστολος, καὶ ὑπηρέτης ἀληθής, ἐν μετανοῖᾳ ἐκραύγαζε· Σύ μου ὑπάρχεις, Θεός τε καὶ Κύριος.
 
Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὐπερμάχῳ.
Ὡς κοινωνὸς τοῦ ἐκ πλευρᾶς ἄφεσιν βλύσαντος, τοῦ ζωηφόρου ὁμοιώματος ἐτρύφησας, λογχευθεὶς Θωμᾶ πανεύφημε τὴν πλευράν σου. Ἀλλ’ ὡς Μάρτυς καὶ Ἀπόστολος θεόληπτος σωσωσμένους τῷ Δεσπότῃ σου προσάγαγε τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις μάκαρ Ἀπόστολε.
 
Μεγαλυνάριον.
Τῇ χειρὶ ἁψάμενος τῆς πλευρᾶς, τοῦ βλύσαντος κόσμῳ, ἀθανάτου ζωῆς κρουνούς, ἐξ αὐτῆς ἐδέξω, δογμάτων θεῖα ῥεῖθρα, δι’ ὧν ψυχὰς ἀρδεύεις, Θωμᾶ Ἀπόστολε.

     

   


  

Επιμέλεια- Διανομή: Καθεδρικός Ι.Ν. Παναγίας Φανερωμένης Χολαργού
Design : ΑΔΑΜ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ
Εάν δεν επιθυμείτε να λαμβάνετε το Ενημερωτικό, παρακαλούμε πατήστε εδώ
Εάν λαμβάνετε το Ενημερωτικό περισσότερες από μία φορά, παρακαλούμε πατήστε εδώ